Ενημέρωση και συμπεράσματα από την υπόθεση του απολυμένου στο τηλεφωνικό κέντρο «ΩΘΗΣΗ»

Την Τετάρτη 12/12/2012 σωματεία, εργατικές συλλογικότητες και μεμονωμένοι εργαζόμενοι και άνεργοι συμμετείχαν στο μοίρασμα κειμένων που έγινε στα γραφεία της εργολαβικής «ΩΘΗΣΗΣ» εν όψει της εργατικής διαφοράς που θα γινόταν στην επιθεώρηση εργασίας Δάφνης την Παρασκευή 14/12/12. Έγιναν ενημερώσεις και συζητήσεις με τους συναδέλφους μας σχετικά με το εργασιακό καθεστώς του εκβιασμού των καταναγκαστικών πωλήσεων και των απλήρωτων υπερωριών που έχει επιβληθεί στα τηλεφωνικά κέντρα.

Το κλίμα ήταν αρκετά θετικό και έγιναν αρκετές επισημάνσεις στα πηγαδάκια που δημιουργήθηκαν στην είσοδο της εταιρείας σχετικά με την ασυδοσία των αφεντικών και την ολιγωρία των ελεγκτικών μηχανισμών τους. Η κεντρική παρατήρηση ήταν πως χρειάζεται μία νέα αρχή μέσα στους εργασιακούς χώρους και πως δίνεται μια καινούργια ευκαιρία εξ αιτίας όλων όσων συμβαίνουν (ενάντια στον κατακερματισμό και την υποτίμηση που ανέχονται οι περισσότεροι από μας για να επιβιώσουν μέσα σε αυτό το καθεστώς εθελοδουλίας, εξαγοράζοντας την αξιοπρέπειά τους με το χαρτζιλίκι του «απασχολήσιμου»…). Σημειωτέον πως παρατηρήθηκε από πολλούς οργισμένους συναδέλφους και απολυμένους (αφού οι συγκεκριμένες εταιρείες λειτουργούν σαν «βιομηχανία» ανακύκλωσης εργαζομένων-ανέργων) η αναγκαιότητα της συλλογικής δράσης που θα αντικαταστήσει τις λογικές της ανάθεσης και της εύκολης λύσης του ατομισμού που έχουν επικρατήσει μέσα στους εργασιακούς χώρους.

Το σημαντικότερο αποτέλεσμα όμως, ήταν η επικοινωνία που προέκυψε με τους ίδιους τους εργαζόμενους και απολυμένους που εξέφρασαν την ανάγκη να βρεθούμε για να οργανώσουμε την επίθεση μας ενάντια σ’ αυτό το καθεστώς εργασίας…

Για να γίνει όμως αυτό χρειάζεται ουσιαστικά να εγκαταλείψουμε τις κυρίαρχες λογικές της ανάθεσης, της ατομικής λύσης -καταξίωσης και του εύκολου τρόπου ζωής. Επιβάλλεται να αλλάξουμε τρόπο σκέψης, να αντικρύσουμε τις πραγματικές μας ανάγκες και όχι τις ανάγκες που μας επιβάλλουν τα αφεντικά και το σύστημα παραγωγής-κατανάλωσης που ζούμε. Πρέπει να αρχίσουμε να βλέπουμε και τον συνάδελφό μας, να νοιαζόμαστε γι’ αυτά που μας συμβαίνουν και να εγκαταλείψουμε την αδιαφορία και τη μεμψιμοιρία, αρχίζοντας να διεκδικούμε όλα όσα μας ανήκουν-κόντρα στην νεοφιλελεύθερη ηθική που τα ισοπεδώνει, παρουσιάζοντας σαν κάτι φυσικό την εκμετάλλευση και σαν γραφικό-οπισθοδρομικό ιερομάρτυρα κάποιων συντεχνιών αυτόν που αντιστέκεται. Πρέπει να κλείνουμε τα αυτιά μας στην τηλεόραση και στα διάφορα φερέφωνα της προπαγάνδας τους, αρχίζοντας να διακρίνουμε τους εχθρούς μας με περισσότερο πραγματικούς όρους. Η συνείδησή μας να αποκτήσει ταξικά χαρακτηριστικά, να γειωθεί με την ίδια τη ζωή μας-δεν είμαστε όλοι τελικά ένα ομοιογενές πράγμα στην κοινωνία των πελατών-καταναλωτών που προσπαθούν να μας πείσουν ότι είμαστε. Πρέπει να σταματήσουμε να δικαιολογούμε τα αφεντικά και να οργανώσουμε τις απαντήσεις μας συλλογικά χωρίς ειδικούς και ιερατεία. Πρέπει τελικά, να καταλάβουμε πως έχουμε καταντήσει άμορφη μάζα που μεταμορφώνεται στα χέρια των αφεντικών σε ευρώ!

Όσον αφορά την συγκεκριμένη περίπτωση της καταγγελίας του Ν.Π. υπήρξε αναφορά ειδικά στο κριτήριο της απόδοσης, της αύξησης των πωλήσεων και τον συσχετισμό της παραγωγικότητας με την εκπλήρωση των καθηκόντων μας σαν εργαζόμενους (όπως αυτά αποτυπώνονται και ορίζονται στο «ελλιπές» θεσμικό πλαίσιο αυτών των επιχειρήσεων εκμετάλλευσης, με τους συγκεκριμένους τύπους συμβάσεων και τους όρους τους).

Βασικό ζήτημα που προέκυψε (ειδικά για τους νέους εργαζόμενους) ήταν η άγνοια των υποχρεώσεων και των βασικών «δικαιωμάτων» που απορρέουν από την υπογραφή των εγγράφων που μας δίνουν στην πρόσληψη και μπορεί να περιλαμβάνουν στοιχεία που οι εταιρείες και οι λογιστές τους τα συμπληρώνουν μετά την υπογραφή μας (στην συγκεκριμένη περίπτωση η «ώθηση» συμπληρώνει μετά την υπογραφή το επίπεδο σπουδών, δίνοντας το αντίστοιχο έγγραφο κενό προς υπογραφή).

Όσον αφορά τώρα τα αφεντικά και τους διάφορους παρατρεχάμενους μετά τον αιφνιδιασμό τους, κράτησαν «χαμηλό προφίλ» προσπαθώντας να αποσιωπήσουν τους λόγους και τις αφορμές που υπήρχαν για αυτό το μοίρασμα. Κλασικά πλέον, προσπάθησαν να κερδίσουν χρόνο «αδιαφορώντας» για την αποδοχή που είχε η κίνηση στους υπαλλήλους τους και περιμένοντας την εκτόνωση-κούραση των συμμετεχόντων. Μάλιστα, θορυβήθηκαν από την φωτογράφηση κάποιας ανακοίνωσης που περιέγραφε αριθμούς –στόχους πωλήσεων για την επιβράβευση με χριστουγεννιάτικη άδεια που ήταν κολλημένη στον τοίχο.

Το «καρότο» για την διατήρηση αυτής της κατάστασης (που στρέφει τον εργαζόμενο ενάντια στον εαυτό του και τον συνάδελφό του) είναι το κέρδος από τα «κίνητρα για την αύξηση των πωλήσεων» και το «μαστίγιο» είναι ο κίνδυνος να βρεθούμε στην θέση του διπλανού αναλώσιμου που απολύεται λόγω « χαμηλής αποδοτικότητας» και προβληματικής συμπεριφοράς. Πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε πως αν δεν αντιδράσουμε με διάφορους τρόπους απέναντι σε όλα αυτά- στο τέλος θα τα συνηθίσουμε, με βασικότερο αντάλλαγμα (εκτός από το χαρτζιλίκι που τους το επιστρέφουμε πίσω με την κατανάλωση) την εγωιστική απάθεια, την αδιαφορία και την ψυχολογική βία που επιβάλλει η άγρια συνθήκη-δόγμα των αφεντικών πως το κέρδος της επιχείρησης είναι το καθαρό κέρδος (δηλ. η διατήρηση της μιζέριας-θέσης εργασίας) και για τον υποταγμένο, πειθήνιο και «καλύτερο» υπάλληλο.

Η διαδικασία της επιθεώρησης εργασίας στις 14/12, ξεκίνησε με τη συμμετοχή εκπροσώπων από τα σωματεία Wind , Vodafone, intracom , εργατικού κέντρου Αθήνας, σβεοδ και σετηπ, με τις παρουσίες και τα ψηφίσματα αλληλεγγύης αρκετών σωματείων, συλλογικοτήτων και ομάδων (σωματεία Wind, Vodafone, εργαζομένων στην επιχείρηση Phone Marketing, σερβιτόρων-μαγείρων, υπαλλήλων δήμου Καλλιθέας, Σύλλογο εργαζόμενων στα φροντιστήρια καθηγητών, Σύλλογο υπάλληλων βιβλίου-χάρτου Αττικής, Σύλλογο εργαζομένων στην εθνοdata, συνέλευση βάσης εργαζομένων οδηγών δικύκλου και την ανεξάρτητη πρωτοβουλία εργαζομένων στην ταχυμεταφορά-ταχυδρόμηση) και μαζί με την στήριξη από εργατικές πρωτοβουλίες, όπως η ανοιχτή συνέλευση εργαζομένων και ανέργων και λαϊκών συνελεύσεων όπως της Ηλιούπολης και του Περιστερίου.

Ο λογιστής εκπρόσωπος της εργοδοσίας με περίσσεια αλαζονεία και θράσος παράθετε συνέχεια έγγραφα από τον Άρειο Πάγο για το νομότυπο της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας από την εργασία των υπαλλήλων τους. Υποστήριζε πως ο τύπος της σύμβασης που υπογράφεται στην εταιρεία του και σε παρόμοιες εταιρείες δεν τους υποχρεώνει να περιγράφουν το αντικείμενο της εργασίας παρά μόνο με τον γενικότερο όρο «υπάλληλος γραφείου». Καταλόγιζε δε στα σωματεία, ανεπάρκεια για το κενό γράμμα του νόμου.

Δήλωνε πως ο Ν.Π. ασκούσε πλημμελώς τα καθήκοντά του και δεν συμμορφώθηκε με τις οδηγίες των οργάνων (ασυδοσίας) της εργοδοσίας , δημιουργώντας προβλήματα στην ομαλή λειτουργία της επιχείρησης.

Εμείς οι εργαζόμενοι υποστηρίξαμε πως υπάρχει μονομερής μεταβολή της σύμβασης ( σε τέτοιες περιπτώσεις που δεν περιγράφεται πουθενά κάτι σχετικό με τους όρους απόδοσης και την πώληση συμβολαίων κινητής τηλεφωνίας) που την καθορίζει η εκάστοτε αντισυμβατική πολιτική-«λάστιχο» της εταιρείας και τελικά δημιουργεί τα κριτήρια της απόλυσης μέσα σε συνθήκες εντατικοποίησης (κοινώς, γαλέρας) οδηγώντας τον κάθε εργαζόμενο στις απλήρωτες υπερωρίες (με τελικό σκοπό την επίτευξη του οποιουδήποτε κάθε φορά εταιρικού στόχου πώλησης συμβολαίων).

Η επιτέλεση του εργοδοτικού εκβιασμού ξεδιπλώνεται στην θεσμική περιγραφή του κάθε αντικειμένου εργασίας και υποκρύπτεται στα «καθήκοντα» και τις υποχρεώσεις που κάθε φορά επικυρώνει το κράτος και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του. (Επικυρώνοντας την επισφάλεια με τον ίδιο τρόπο που ορίζουν οι επιχειρηματίες μεταξύ τους τις όποιες οικονομικές σχέσεις και συνεργασίες τους, βαφτίζοντας τις σχέσεις αφεντικών και εργαζομένων ισότιμες, παραβλέποντας την ουσία της εκμετάλλευσης.)

Πρέπει να ειπωθεί πως η στάση της επιθεωρήτριας ήταν αρκετά κριτική απέναντι στα παραπάνω ψεύδη και διαστρεβλώσεις που προσπαθούσε αρκετή ώρα να επιβάλλει με γραφικό τρόπο και με άφθονο ζήλο ο αντιπρόσωπος των συμφερόντων και της ιδεολογίας των αφεντικών. Η πλευρά της επιθεώρησης κατανόησε μεν τα ζητήματα που προέκυπταν από την απολυτότητα των επιχειρημάτων της εργοδοσίας και ζήτησε τυπικά την επαναπρόσληψη με την αλλαγή των όρων και των προϋποθέσεων εργασίας. Μετά και την άρνηση γι’ αυτό μας παρέπεμψε στα δικαστήρια (μπορεί τώρα να αναρωτηθεί κάποιος για την διαφορά που θα είχε και αυτή η περίπτωση αν δεν υπήρχε η επιθεώρηση εργασίας και θα μπορούσε να κάνει υποθέσεις και για τον ρόλο της…).

Τα σωματεία απάντησαν μ’ αυτήν την ευκαιρία στους εργοδότες, σχετικά με τις μεθοδεύσεις για την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και την επιβολή απαράδεκτων συνθηκών εργασίας μέσα και από την εργοδοτική βία και τρομοκρατία, την αναλωσιμότητα των εργαζομένων, την εντατικοποίηση, τις παραδειγματικές απολύσεις και την εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας τους πάνω από τα όποια εργατικά κεκτημένα.

Τα παραπάνω προκύπτουν από την ολιγωρία αρκετών χρόνων μέσα σε καθεστώς ευμάρειας, ατομισμού και ανάθεσης με προεξέχον το «δικαίωμα στην κατανάλωση». Το πρότυπο του εργαζόμενου που «τελούσε τα καθήκοντά του» χωρίς έγνοιες, μας τελείωσε και πρέπει να επανεξετάσουμε θέματα που προκύπτουν από/για την δημιουργία και την επιβίωση εργατικών ενώσεων πέρα και από την θεσμική αναγνώριση των αφεντικών και των πολιτικών εκπροσώπων τους. Μία νέα οπτική πρέπει να μας κάνει να δούμε πως οι μέχρι τώρα κεντρικές μορφές σωματείων και εργατικών ενώσεων και ομοσπονδιών δεν έχουν κάποια συνάφεια με τα σωματεία-όπλα στα χέρια των εργαζομένων. Έτσι θα ήμασταν ικανοί να δούμε πως εγκλωβιζόμαστε σε όργανα και εργαλεία που δεν κάνουν τίποτε άλλο εκτός από το να συντηρούν την πρέπουσα πολλές φορές-από τους θεσμούς- γραφειοκρατία για τον έλεγχο από «τα πάνω». Άπειρα παραδείγματα παραγοντισμού καθιστούν την ΓΣΕΕ μοντέλο εργατικής ιεραρχικής οργάνωσης και επιχείρησης που διαχειρίζεται πολιτικά και οικονομικά το βασικότερο προϊόν, αυτό της εργατικής δύναμης. Το δυσκίνητο του συνδικαλισμού μπορεί να σε κάνει να χαθείς στους διαδρόμους της ομοσπονδίας ιδιωτικών υπαλλήλων για μια απάντηση στην ερώτηση για την ύπαρξη κάποιων επιδομάτων. Επιπλέον, κάποιοι νομίζουν πως ο κάθε ένας εργαζόμενος για να μπορεί να λειτουργήσει «ταξικά» και διεκδικητικά θα πρέπει να είναι και σε θέση να μετέχει σε «λογοτεχνικές λέσχες» που παράγουν και συντάσσουν «συγκροτημένο» πολιτικό λόγο. Ο εργαζόμενος δεν είναι το «υποκείμενο» που πρέπει να αναμορφωθεί από ειδικούς -δίνοντας εξετάσεις -με αυτόν τον τρόπο γυρίζει την πλάτη στους όποιους μέντορες, οργανωτές – καθοδηγητές.

Με όλα αυτά τα δεδομένα…

Να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε διεξοδικότερα, νέες μορφές οργάνωσης βάσης των ίδιων των εργαζομένων (που θα προκύπτουν από τις νέες ανάγκες ταξικής αντεπίθεσης και όχι από τις ιδεολογικές νόρμες , τόσο του κυρίαρχου καταναλωτικού ατομικισμού όσο και της κάθε κομματικής μορφής και οργανωτικής «θρησκευτικής» σέχτας) που θα μπορεί να μην ταυτίζεται και απόλυτα με το σωστό και ηθικό της νομικής αναγνώρισης από τα αφεντικά.

Στο χέρι μας είναι να πραγματώσουμε τη μέγιστη ενότητα των εργαζομένων-επισφαλών και ανέργων, κάνοντας τα αφεντικά να μας φοβηθούν…

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*