Η γειτονιά και η κεραία

Τον περασμένο Ιούλιο, σε μια από τις πιο υποβαθμισμένες γειτονιές του δήμου Ιλίου, κάποιοι κάτοικοι ανακαλύπτουμε ότι πάνω από τα κεφάλια μας λειτουργεί ολόκληρος υποσταθμός κινητής τηλεφωνίας της εταιρίας Vodafone. Στην αρχή μια μικρή ομάδα γειτόνων, όσοι είχαμε «οπτική» επαφή με τις κεραίες, ζητήσαμε από τον ιδιοκτήτη του κτιρίου, που τσέπωνε μερικές χιλιάδες ευρώ το μήνα από την Vodafone, να απομακρύνει τις κεραίες, φυσικά χωρίς αποτέλεσμα. Επίσης αρχίσαμε να ψάχνουμε το ζήτημα με τις κεραίες κινητής τηλεφωνίας, με την ελπίδα ότι θα ανακαλύψουμε κάποια σοβαρή νομική παρατυπία ώστε να ζητήσουμε από τον δήμο την απομάκρυνση του υποσταθμού. Αυτό όμως που ανακαλύψαμε είναι ότι με μια «μαγική» κίνηση όλες οι κεραίες κινητής τηλεφωνίας είναι τυπικά νόμιμες: σύμφωνα με τον νόμο Βορίδη οι κεραίες κινητής τηλεφωνίας θεωρούνται νόμιμες για τα επομένα δύο χρόνια, μέχρι να συγκεντρώσουν οι εταιρίες όλα τα απαραίτητα έγγραφα. Κάπου εκεί αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε ότι δεν πρόκειται να έχουμε κάποιο αποτέλεσμα μέσω της νομικής οδού, αρχίζουμε δηλαδή να συνειδητοποιούμε ότι η ίδια η γειτονιά θα πρέπει να μπει σε μια διαδικασία αγώνα. Το πλήρες ιστορικό αυτού του τοπικού αγώνα μπορείτε να το βρείτε στην διεύθυνση: skya.espiv.net. Το κείμενο αυτό φιλοδοξεί να αναδείξει ορισμένα ζητήματα που προέκυψαν σε αυτό τον αγώνα.

Η πρώτη κίνηση που πραγματοποίησαμε σαν πρωτοβουλία κατοίκων ήταν να βγάλουμε ένα ενημερωτικό κείμενο και μια μικρή αφίσα και να τα μοιράσουμε στη γειτονιά καλώντας στην πρώτη ανοιχτή συνέλευση. Εκεί, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες κάποιων δημοτικών συμβούλων της πλειοψηφίας να μας πείσουν ότι η νομική οδός είναι η μόνη εφικτή διέξοδος, η πλειοψηφία της γειτονιάς κατάφερε να ξεπεράσει ένα πολύ σημαντικό εμπόδιο: αυτό της νομιμότητας ή μη της διεκδίκησης. Βασικό ρόλο σε αυτό το ξεπέρασμα έπαιξε το γεγονός ότι πολλοί γείτονες, έχοντας βιώσει τις συνέπειες στην υγεία τους εξαιτίας της λειτουργίας του υποσταθμού, έβρισκαν εντελώς ανούσια τη συζήτηση για το εαν οι κεραίες είναι νόμιμες ή παράνομες. Με απλά λόγια αντιλαμβανόμασταν ότι οι εκπρόσωποι του δήμου, που γνώριζαν για χρόνια την ύπαρξη του υποσταθμού, μας έλεγαν κατάμουτρα πως αν αρρωσταίνουμε νόμιμα δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα! Εξίσου σημαντική ήταν η παρουσία στη συνέλευση κάποιων κατοίκων από το κέντρο του Ιλίου, οι οποίοι είχαν συμμετάσχει στην κινητοποίηση για το κατέβασμα των κεραιών στο στούντιο του Καραμάνου και ενημέρωσαν την γειτονιά για το πώς οργάνωσαν την παρέμβαση τους στη γειτονιά και ποιός ήταν ο υπονομευτικός ρόλος του δήμου. Κυκλοφορώντας την εμπειρία του αγώνα τους αυτοί οι κάτοικοι έδωσαν την χαριστική βολή στην αυταπάτη του «να προσλάβουμε έναν δικηγόρο που θα καθαρίσει». Η συνέλευση λοιπόν αποφάσισε πως η γειτονιά πρέπει να οργανωθεί και να πιέσει το δήμο απαιτώντας την άμεση απομάκρυνση των κεραιών. Έτσι το επόμενο βήμα ήταν να βγάλουμε ένα ψήφισμα και να παρέμβουμε στη γειτονιά κυριολεκτικά πόρτα-πόρτα συζητώντας με τους γείτονες και συγκεντρώνοντας υπογραφές. Σε εκείνο το σημείο ήρθαμε αντιμέτωποι με δύο προβλήματα που συνήθως εμφανίζονται σε πολλούς τοπικούς αγώνες…

Πριν συνεχίσουμε όμως μια απαραίτητη διευκρίνηση: στην μικρή ομάδα γειτόνων που ξεκινήσαμε να κινητοποιούμαστε, με εξαίρεση 3-4 ανθρώπους, όλοι οι υπόλοιποι δεν είχαν σχεδόν καμία κινηματική/πολιτική εμπειρία. Επίσης η έννοια της συλλογικής οργάνωσης ήταν για πολλά χρόνια κάτι άγνωστο στη γειτονιά – η τελευταία συλλογική διεκδίκηση να μετατραπεί σε πάρκο μια δημόσια έκταση στην περιοχή χάνεται κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Έτσι το ξεπέρασμα ορισμένων αντιλήψεων και πρακτικών μπορεί στα μάτια κάποιων πολιτικών υποκειμένων να φαντάζει «αυτονόητο» ή «εύκολο» αλλά στην πράξη δεν είναι, και αυτό γιατί στον συγκεκριμένο αγώνα όλα ουσιαστικά ξεκίνησαν από το μηδέν.

Το δεύτερο πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίσαμε ακούει στο όνομα εμπιστοσύνη στη θεσμική διαμεσολάβηση. Το πρόβλημα αυτό δεν προέκυψε καθόλου τυχαία στη συγκεκριμένη περιοχή: ένας μικρός δήμος, ένας πασόκος δήμαρχος με ένα απαράμιλλο «είμαι κοντά στον απλό πολίτη» στιλ, ο οποίος εκλέγεται με άνεση εδώ και πολλά χρόνια, κάποιοι δημοτικοί σύμβουλοι-τοπικοί παράγοντες που έχουν «προσωπική σχέση» με τους κατοίκους-ψηφοφόρους, ένα σύστημα πελατειακών μικροεξυπηρετήσεων που έχει διάρκεια στο χρόνο. Με λίγα λόγια, η θεσμική διαμεσολάβηση του δήμου στην περιοχή δεν είναι καθόλου αφηρημένη, αντίθετα είναι «προσωποποιημένη» και συγκεκριμένη – έμελλε όμως να αποδειχτεί ότι δεν είναι και ανίκητη! Με αυτό το background ήταν μάλλον αναμενόμενο ότι πολλοί γείτονες περίμεναν πως ο «δήμος θα καθαρίσει» ή θεωρούσαν πως «χωρίς τον δήμαρχο δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα». Καθοριστικό σημείο για να σπάσει αυτή η αντίληψη ήταν η παρέμβαση στο δημοτικό συμβούλιο. Εκεί πολλοί γείτονες ήρθαν αντιμέτωποι με τις γελοίες υπεκφυγές των δημοτικών συμβούλων της πλειοψηφίας και διαπίστωσαν από πρώτο χέρι ότι ο δήμος δεν είχε καμία διάθεση να στηρίξει επί της ουσίας τον αγώνα για την απομάκρυνση των κεραιών. Η «αποτυχία» της παρέμβασης στο δημοτικό συμβούλιο ήταν εκείνο το στοιχείο που έστρεψε τη συνέλευση της γειτονιάς στην προοπτική της άμεσης δράσης. Αυτό το σημέιο είναι, κατά την γνώμη μας, πολύ σημαντικό. Πολλά πολιτικά υποκείμενα της αντιεξουσίας θα θεωρούσαν την πλήρη απόρριψη της θεσμικής διαμεσολάβησης του δήμου ως προαπαιτούμενο για να ξεκινήσει οποιαδήποτε συλλογική προσπάθεια. Πιθανόν να κρατούσαν και αποστάσεις από την διαδικασία αγώνα αν η συνέλευση δεν ξεκαθάριζε από την αρχή ότι κινείται «ενάντια στο δήμο». Αντίθετα η συγκεκριμένη εμπειρία δείχνει πως τα αγωνιζόμενα υποκείμενα ξεπερνούν προβληματικές αντιλήψεις μέσα από την ίδια την διαδικασία του αγώνα. Με άλλα λόγια το γεγονός ότι διαπιστώσαμε στην πράξη ποιός είναι ο ρόλος της θεσμικής διαμεσολάβησης του δήμου, μαζί με την μεταφορά της εμπειρίας αγώνα από μια άλλη γειτονιά, αποδείχτηκαν πολύ αποτελεσματικότερα από οποιαδήποτε αφηρημένη πολιτική ανάλυση.

Άμεσα σχετιζόμενο με το πρόβλημα της εμπιστοσύνης στη θεσμική διαμεσολάβηση είναι και το γνωστό πρόβλημα της ανάθεσης. Ενώ από τη μια εκατοντάδες γείτονες υπέγραψαν για την απομάκρυνση των κεραιών, και αρκετοί από αυτούς συμμετείχαν στις συνελεύσεις, από την άλλη το πρακτκό κομμάτι της οργάνωσης του αγώνα έπεσε σε μεγάλο βαθμό στις πλάτες του «ενεργού πυρήνα» της γειτονιάς. Όμως αυτός ο διαχωρισμός άρχισε να διαλύεται προσωρινά την ημέρα της κινητοποίησης για το κατέβασμα των κεραιών: τόσο η μεγάλη συμμετοχή στην κινητοποίηση όσο και η αποφασιστική αντίδραση της γειτονιάς απέναντι στην προσπάθεια της αστυνομίας να συλλάβει το χειριστή του γερανού σηματοδότησαν τα πρώτα βήματα για τη συγκρότηση μιας πραγματικής κοινότητας αγώνα. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη την ανυπαρξία συλλογικών εμπειριών αγώνα στην περιοχή, η ενεργός συμμετοχή όλων και το σπάσιμο του φόβου απέναντι στην καταστολή, αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη σημασία. Βέβαια η αγωνιστική στάση της πλειοψηφίας της γειτονιάς δεν ήταν «ουρανοκατέβατη»: η κινητοποίηση είχε προετοιμαστεί μεθοδικά επί δύο εβδομάδες, με έναν νέο γύρο αφισοκολλήσεων και συζητήσεων πόρτα-πόρτα, ενώ όλα τα πρακτικά ζητήματα της περιφρούρησης της κινητοποίησης από την αστυνομία είχαν συζητηθεί ανοιχτά στη συνέλευση. Το γεγονός ότι η κινητοποίηση πέτυχε τον στόχο της έδωσε περαιτέρω ώθηση στους κατοίκους να πάρουν την υπόθεση του αγώνα στα χέρια τους. Αυτό αποδείχτηκε από την αντίδραση της γειτονιάς στις δύο απόπειρες επανεγκατάστασης της κεραίας. Χωρίς καμία προετοιμασία, δεκάδες γείτονες συγκεντρώθηκαν μέσα σε λίγα λεπτά και πέτυχαν την διακοπή των εργασιών. Η αποφασιστικότητα και η οργή της γειτονιάς απέναντι στον ιδιοκτήτη του κτιρίου και στο συνεργείο της Vodafone ήταν κάτι το πρωτόγνωρο! Βγαίνει λοιπόν κάποιο συμπέρασμα απ’όλα αυτά; Πολλές φορές εμείς οι πολιτικοποιημένοι, θεωρώντας αυτονόητη τη συμμετοχή μας στους κοινωνικούς αγώνες, υποβαθμίζουμε τη σημασία του να έχει ένας αγώνας κάποια συγκεκριμένα θετικά αποτελέσματα. Όμως τα κοινωνικά υποκείμενα του αγώνα έχουν συνήθως διαφορετική γνώμη: ειδικά για όσους συμμετέχουν πρώτη φορά σε μια συλλογική διαδικασία, και ειδικά μέσα στη συνθήκη της κρίσης, το να έχει ο αγώνας θετικό αποτέλεσμα είναι ζήτημα νευραλγικής σημασίας. Όχι τόσο γιατί λύνεται οριστικά ή συνολικά κάποιο πρόβλημα αλλά κυρίως γιατί έτσι αποκτούμε όλοι, ανεξάρτητα από τον βαθμό πολιτικοποίησης, μια στέρεη εμπιστοσύνη στη συλλογική μας δύναμη. Βασική προϋπόθεση βέβαια για να συμβεί αυτό είναι ο αγώνας να διεξάγεται μέσα από ζωντανές αυτοοργανωμένες διαδικασίες.

Σ’αυτό το σημείο είναι απαραίτητη μια δεύτερη παρένθεση: κρίσιμο ρόλο στην επιτυχία της κινητοποίησης για το κατέβασμα της κεραίας έπαιξε η μαζική παρουσία των αλληλέγγυων. Η συνέλευση της γειτονιάς είχε φροντίσει να επικοινωνήσει με την πλειοψηφία των συλλογικών εγχειρημάτων που δραστηριοποιούνται στο Ίλιον και στο Περιστέρι και να ζητήσει τη στήριξή τους. Η κινηματική εμπειρία αυτών των ανθρώπων ήταν καθοριστική ώστε να καταφέρουμε να απαντήσουμε στην προσπάθεια καταστολής της κινητοποίησης από την αστυνομία. Η παρουσία τους απέδειξε για μια ακόμη φορά ότι κανένας τοπικός αγώνας δεν μπορεί να νικήσει αν είναι κοινωνικά απομονωμένος.

Μέσα στο ζόφο της κρίσης, αυτός ο τοπικός αγώνας αναγκαστικά αντιμετώπισε και το πρόβλημα που ακούει στο όνομα Χρυσή Αυγή. Αρχικά υπήρξε το «αίτημα» 2-3 γειτόνων, είτε στη συνέλευση είτε σε μεμονωμένες συζητήσεις, να φωνάξουμε την ΧΑ «για να καθαρίσει». Κάποιοι γείτονες αντιδράσαμε δυναμικά, είτε εξηγώντας για ποιούς λόγους οι φασίστες είναι ανεπιθύμητοι στον αγώνα μας, είτε ξεκαθαρίζοντας ότι ενδεχόμενη παρουσία της ΧΑ στην γειτονιά θα οδηγούσε στην άμεση αποχώρηση μας από τη συνέλευση και άρα θα κατέστρεφε την ενότητα της γειτονιάς. Έπειτα μια γειτόνισσα τηλεφώνησε στα κεντρικά γραφεία της ΧΑ ζητώντας βοήθεια για να λάβει την απάντηση ότι «η ΧΑ δεν ασχολείται με κεραίες» – σιγά που θα ασχολούνταν οι φασίστες με οτιδήποτε βλάπτει τα συμφέροντα μιας πολυεθνικής εταιρίας! Τέλος, ο γραμματέας της ΧΑ στον Αγ. Φανούριο «προειδοποίησε» έναν γείτονα ότι τα «κομμουνιστικά κόλπα» που κάνουμε με την συνέλευση της γειτονιάς θα αποτύχουν, οπότε θα έρθει αυτός με μερικά «παλικάρια» της ΧΑ για να λύσουν το πρόβλημα! Μετά από όλα αυτά, για όσους αντιλαμβανόμασταν με πολιτικούς όρους τον συγκεκριμένο αγώνα, το να πετύχουμε την απομάκρυνση του υποσταθμού αποκτούσε μια επιπλέον σημασία: ενδεχόμενη αποτυχία θα αποτελούσε την αφορμή ώστε η ΧΑ να κερδίσει έδαφος στη γειτονιά. Βέβαια το να βγάλουμε γενικά συμπεράσματα για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης του φασισμού από έναν μεμονωμένο αγώνα είναι αρκετά επικίνδυνο. Οπότε θα αρκεστούμε σε δύο παρατηρήσεις για κινηματική χρήση. Πρώτον, μέσα στην παραζάλη των συνεπειών της κρίσης φαίνεται ότι κάποιος κόσμος, ακόμη κι αν δεν έχει ψηφίσει την ΧΑ, αναζητά μια νέα διαμεσολάβηση «δια πάσα νόσο και πάσα μαλακία». Το να σταθεί αυτή η φασιστική διαμεσολάβηση στα πόδια της δεν είναι και τόσο εύκολο, όχι μόνο γιατί εξ’ ορισμού δεν μπορεί να είναι επί του πρακτέου «αντισυστημική» αλλά και γιατί σε πολλές γειτονιές πλέον υπάρχουν οι κινηματικές μειοψηφίες που την αντιπαλεύουν. Δεύτερον, εκτιμάμε ότι μέσα στους αγώνες που βρίσκονται μπροστά μας είναι πιθανότερο να έρθουμε σε επαφή με ανθρώπους που κουβαλάνε κάποιες αντιλήψεις της ΧΑ παρά με τους ίδιους τους χρυσαυγίτες – στη συγκεκριμένη περίπτωση οι 2-3 οργανωμένοι χρυσαυγίτες της περιοχής ήταν εξαφανισμένοι καθ’όλη τη διάρκεια του αγώνα. Το πως θα αντιμετωπίσουμε αυτές τις αντιλήψεις μέσα στις διαδικασίες αγώνα είναι ένα ανοιχτό ζήτημα που θεωρούμε ότι δεν θα έχει μια και μοναδική απάντηση…

Κλείνοντας να επισημάνουμε ότι η σημαντικότερη κατάκτηση αυτού του αγώνα ήταν ότι διέλυσε το κλίμα απομόνωσης στη γειτονιά: γνωριστήκαμε, επικοινωνήσαμε, αγωνιστήκαμε μαζί, με δύο λόγια, γίναμε ξανά γειτονιά. Στο γλέντι που διοργανώσαμε μετά την «αποκαθήλωση» της κεραίας αρκετοί γείτονες εξέφρασαν λοιπόν την ανάγκη η συνέλευση της γειτονιάς να συνεχίσει την δράση της, απατώντας στις ανάγκες που δημιουργεί η συνθήκη της κρίσης. Έτσι ο «ενεργός πυρήνας» της γειτονιάς προετοίμασε μια πρόταση για τη συνέχεια της συνέλευσης επικεντρώνοντας σε τρείς αιχμές: κανένα σπίτι χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, κανένας γείτονας χωρίς φαγητό, κανένας γείτονας χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές η «νέα» συνέλευση της γειτονιάς κάνει τα πρώτα της βήματα. Το να καταφέρει να σταθεί στα πόδια της ως δομή αγώνα και αλληλεγγύης είναι το μεγάλο μας στοίχημα…

α.α.

Ιανουάριος 2013

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*