Σύνταγμα και Θέαμα: Από εκεί που (δεν) το περιμένεις

Ο Γιάννης Πρετεντέρης τον Δεκέμβριο του 2008 εξέφρασε με τον πιο αυθόρμητο τρόπο την έκπληξη και την αγωνία του Θεάματος για το εξεγερσιακό κίνημα που εξαπλωνόταν σε ένα μειοψηφικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας: «Μα πόσοι είναι επιτέλους οι οπαδοί του Μπακούνιν και του Κροπότκιν στην Ελλάδα; 3.000, 5.000, 10.000;». Μια ερώτηση εκδηλωτική του «από πού μας ήρθε;» και «γιατί δεν τον προβλέψαμε;»

Στη σύγχρονη θεαματική δημοκρατία η αποστολή των ιδεολογικών μηχανισμών είναι ακριβώς αυτή στην οποία απέτυχαν τότε: Να προβλέψουν, να καταμετρήσουν, να καταχωρήσουν και να ενσωματώσουν, δηλαδή να καταστείλουν εν τη γενέσει τους τις αυθόρμητες εκείνες συναντήσεις των προλετάριων που δύνανται να εξαπλωθούν και να στραφούν ενάντια στο πλέγμα των θεαματικών/εμπορευματικών σχέσεων. Αν απομείνει μόνο η αστυνομική βία και τρομοκρατία το κίνημα μαζικοποιείται και ριζοσπαστικοποιείται και το παιχνίδι έχει χαθεί για το κράτος, δείχνει η ιστορία.

Εδώ και 2,5 χρόνια λοιπόν, στα πλαίσια της αντι-εξεγερτικής απάντησης του κράτους παράλληλα με την καπιταλιστική αναδιάρθρωση και την κατασταλτική αναδιάρθρωση επιχειρείται και μια ευρύτερη θεαματική αναδιάρθρωση, που στόχο έχει να μπορέσει να προλάβει την εμφάνιση των νέων εξεγερτικών υποκειμένων. Καταρχήν δίνουν και παίρνουν οι δημοσκοπήσεις που προσπαθούν να προβλέψουν το ποσοστό αυτών που «θέλουν επανάσταση» (γύρω στα 33% μέτρησε ο ΣΚΑΙ). Έπειτα, σχεδόν όλες οι διαφημίσεις με στόχο το target group των νέων καταναλωτών δείχνουν όμορφους νέους και νέες να βγαίνουν μαζικά στους δρόμους και να επικοινωνούν κάτω από μελωδίες των 60s (χάρη στα «δωρεάν και επαναστατικά προγράμματα» των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας). Και τέλος, στην πρώτη γραμμή της μάχης «της αμφισβήτησης του παλιού κόσμου» η αριστερά του θεάματος, οι Θεοδωρακοκουλογλοι μαζί με τα εναλλακτικά Free press που σπονσοράρουν οποιαδήποτε μεταμοντέρνα δομή (π.χ. atenistas) αντιγράφει τα αυτοοργανωμένα και στοχεύοντα στην άμεση δράση χαρακτηριστικά του Δεκέμβρη.

Έτσι λοιπόν φτάσαμε στα τέλη του Μάη του 2011, ο ΣΚΑΙ να ψέλνει ύμνους, η zougla να έχει live αναμετάδοση κι ο Πρετεντέρης να στέλνει «like» στο αυθόρμητο κίνημα που έχει καταλάβει μέσω καλέσματος στο facebook την πλατεία Συντάγματος κι άλλες κεντρικές πλατείες πόλεων ανά την Ελλάδα. Πριν ακόμα το κίνημα αναγνωριστεί, μιλήσει, οργανωθεί, εξαπλωθεί, συνειδητοποιηθεί, ριζοσπαστικοποιηθεί οι ταμπέλες κι οι διαχωρισμοί έχουν μπει από το πρώτο δευτερόλεπτο: «Απολίτικο», «ειρηνικό», «πατριωτικό» και διαχωρισμένο από τον κόσμο που ένα και κάτι χρόνο τώρα κατεβαίνει και συγκρούεται στις απεργιακές πορείες που δίνει τις μικρές αλλά σημαντικές του μάχες στους εργασιακούς χώρους. Ο πρώτος κόσμος πρέπει να φάει το «καρότο» του «όλοι μαζί μπορούμε να σώσουμε το έθνος», ο δεύτερος κόσμος πρέπει να φάει το μαστίγιο του «θα σε σκοτώσω και θα σε σφάξω άμα συνεχίσεις να κατεβαίνεις στον δρόμο».

Το «παντοδύναμο» όμως Θέαμα και οι από αυτό εκπορευόμενες life-style ταυτότητες (του «απολίτικού», του «πολιτικοποιημένου», του «ειρηνικού» και του «βίαιου», του «αγανακτισμένου» ή και του «εξεγερμένου»)  έχουν ένα βασικό πρόβλημα: Χάνουν τη δύναμη τους όταν ο κόσμος συναντιέται στις πλατείες, στους δρόμους και στα αμφιθέατρα και αρχίζει να μιλάει, να συμφωνεί, να διαφωνεί, να οργανώνεται, να αποφασίζει, να πραγματοποιεί, να κοιμάται, να ξυπνάει, να ονειρεύεται, να ερωτεύεται. Γενικώς να κάνει όλα αυτά που κάνουν οι άνθρωποι ανά τους αιώνες στις κοινότητες που φτιάχνουν ενάντια στους εκμεταλλευτές και καταπιεστές τους και το Θέαμα προσπαθεί εναγωνίως να διαμεσολαβήσει, για να τις διαλύσει.

πολυεργαλείο

3 Σχόλια

  1. Για να εγκαινιάσω και έτσι τον διάλογο σε αυτό τον ιστοχώρο, απλά να κάνω μία υπενθύμιση:

    Ο ρόλος των ΜΜΕ είναι πασίγνωστος και έχουμε δει και ξαναδεί το ίδιο έργο. Αρκούσε λίγο, για παράδειγμα, να δει κανείς την στάση των ΜΜΕ τον Δεκέμβρη του ’08. Αρχικά αντιπολίτευση (το ΠΑΣΟΚ τότε δεν ήταν κυβέρνηση), μετά ερμηνεία (οι μαθητές που τα κάνουν αυτά και να τα καταλάβουμε τα παιδιά) μετά διαχωρισμός των διαδηλωτών (βίαιοι μη-βίαιοι) και στο τέλος φουλ επίθεση (Αυριανή: Να αναλάβει την τήρηση της τάξης το ΚΚΕ). Με απλά λόγια, αγνοούμε ένα γεγονός, δεν μπορούμε να το αγνοησουμε; Προσπαθούμε τότε να το χειριστούμε. Ε, και αν δεν μπορούμε ούτε να το χειριστούμε περνάμε στην φουλ αντεπίθεση… Χρόνια και χρόνια το ίδιο εργάκι.

    Ωστόσο, μακράν το καλύτερο σύνθημα μέχρι στιγμής το : “Δε θέλουμε ψωμί, δε θέλουμε δουλειές, θέλουμε το ΣΚΑΙ να λέει παπαριές”.

    Αυτά, καλή μας αρχή και καλή μας δύναμη.

  2. Πολλά έχουν γραφτεί -και γράφονται- για τα συλλαλητήρια και τις συνελεύσεις της πλατείας συντάγματος. Δεν θα επαναλάβω απόψεις που συμφωνώ ούτε θα στηλιτεύσω εκείνες που διαφωνώ. Ας αφήσουμε αυτόν τον διάλογο να κάνει την δουλειά που του έχει αναθέσει η ιστορία.

    Το κείμενο αυτό θέλει να ξεκινήσει από μια διαφορετική οπτική. Θεωρώντας πως -σωστές ή λάθος- οι κριτικές που ακούγονται κρίνουν ηθικά και ιδεολογικά τα γεγονότα, δεν ασχολούμαι καθόλου με αυτή την πτυχή. Αντίθετα επιλέγω να προσεγγίσω το θέμα με την λογική ότι αυτό που συμβαίνει στο σύνταγμα είναι μια μόνο από τις πολλές διαδικασίες αγώνα που αυτή η κοινωνία έχει βάλει σε κίνηση από τότε που ξέσπασε η κρίση και όπως σε κάθε διαδικασία αγώνα έτσι και εδώ ένα συλλογικό υποκείμενο αγωνίζεται να γεννηθεί, να αυτο-οριοθετηθεί, να βρει τον δρόμο του δηλαδή (και ελπίζω αν και όταν το κάνει να μην μας κυνηγάει). Στα πλαίσια αυτής της διαδικασίας είναι εξαιρετικά σημαντικό να βλέπουμε τα σημεία πάνω στα οποία μπορεί να εδραιωθεί μια θετική ανάπτυξη του αγώνα και τα σημεία που ενέχουν κινδύνους (για εκφυλισμό του, ήττα του ή ακόμα και μεταστροφή του σε αντιδραστικές κατευθύνσεις).

    Σ’αυτή τη λογική λοιπόν ένα πρώτο ζήτημα που μπαίνει κατά την γνώμη μου είναι ποιο είναι το είδος των υποκειμένων που συναντιούνται στο σύνταγμα. Για την ακρίβεια το μή-είδος τους. Αν έχουν γραφτεί πολλά για το πλήθος και μέχρι τώρα μας φαίνονταν ξένα, ίσως είναι η πρώτη φορά που πράγματι μπορούμε να μιλάμε για πλήθος. Κανένας συγκεκριμένος χαρακτηρισμός δεν νομίζω ότι μπορεί να περιγράψει αυτόν τον κόσμο. Κειμένεται σε μία έκταση τεράστια από μικρές μέχρι μεγάλες ηλικίες, από κουλτούρες πιο urban μέχρι πιο λάικα, από φιγούρες εργαζομένων μέχρι φοιτητικές, από μεσοστρώματα μέχρι καραμπινάτους προλετάριους, με ότι αυτό σημαίνει σε επίπεδο κουλτούρας, κώδικα, συμπεριφοράς κτλ. Αυτό που ίσως δημιουργεί αμηχανία σε πολλούς είναι η έλλειψη καθαρότητας αυτού του ανθρώπινου συνόλου. Δεν θα το κρίνουμε όπως υποσχεθήκαμε αλλά νομίζω πως μέχρι νεωτέρας θα πρέπει να θεωρούμε αυτό το στοιχείο δεδομένο.

    Παρ’ότι ανάλογα με την ώρα, το happening και το συγκεκριμένο σημείο της πλατείας εμφανίζονται λιγότερο η περισσότερο ξεκάθαρες ομαδοποιήσεις, προς το παρόν καμιά δεν φαίνεται με την παρουσία της να κυριαρχεί στον χώρο

    Αυτό το δεδομένο είναι που με κάνει να πιστεύω ότι οι συγκεντρώσεις του συντάγματος αντλούν την δύναμή τους από την χαλαρότητα του καλέσματος και του κεντρικού μηνύματος (το οποίο στην πιο γενική του μορφή είναι η αποδοκιμασία της βουλευτικής κλίκας) με αποτέλεσμα κάθε πιθανή προσπάθεια να συγκεντροποιηθεί αυο το πράγμα και να οδηγηθεί προς συγκεκριμένη κατεύθυνση είναι εκ προοιμιού καταδικασμένη. Αν π.χ. οι φασίστες προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν τα πατριωτικά αισθήματα μιας μερίδας του κόσμου, γρήγορα θα συγκρουστούν με τους αριστερούς και τους αναρχικούς (και γενικώς όσους έχουν ένα δράμι μυαλό στο κεφάλι), αν θελήσουν οι αριστεροί αστέρες να οδηγήσουν τον κόσμο στην κάλπη σίγουρα θα φάνε πόρτα (όπως άλλωστε και μετά τον δεκέμβρη) από τους πιο απολίτικους ή ακόμα και από τους μαχητικά αντιεκλογικούς, αν μια πιο πολιτική αντίληψη φαντάζεται ότι μπορεί άυτός ο κόσμος να μπει κάτω από ένα σύνθημα, και μάλιστα εξεγερσιακό, σίγουρα δεν έχει πάρει μυρωδιά τις αιτίες που φέρνουν αυτόν τον κόσμο στο σύνταγμα (για να παίξει, να τραγουδήσει, να βρίσει πολιτικούς, να κάνει βόλτα κτλ).

    Γιαυτό και δεν μπορούμε να μεταχειριζόμαστε την μάζωξη του συντάγματος λές και είναι συνδικάτο, συνέλευση σχολής ή κόμμα. Είναι μάταιο και εκείνοι που το επιχειρούν απλά ετοιμάζονται να επιβεβαιώσουν για άλλη μια φορά αυτό που ήδη ξέρει ο πολύς κόσμος και τον οδηγεί να αγανακτεί: οτί όσο μικρό και να’ναι το κόμμα, πάντα την πάρτη του κοιτάει.

    Για μας όμως που συνεχίζουμε να βλέπουμε αυτή τη διαδικασία σαν μια κοινωνική διαδικασία αυτομόρφωσης στην πράξη, θα πρέπει να ενισχύουμε τα θετικά χαρακτηριστικά και να πολεμούμε τα αρνητικά, χωρίς ψευδαισθήσεις όμως. Ούτε κοινά συμφέροντα έχουν όσοι μαζεύονται στο σύνταγμα, ούτε κοινό μέλλον σίγουρα.

  3. Διαβάζοντας το κείμενο του συντρόφου πολυεργαλείο, σκέφτηκα κάποια πράγματα που δεν σχετίζονται με το ζήτημα που πιάνει το κείμενο, σχετίζονται όμως με τον τίτλο του.
    Αυτό το «εκεί που (δεν) το περιμένεις» νομίζω ότι αξίζει να το δούμε με πιο συνολικούς όρους, επειδή μπορεί να μας δώσει κάποιες καλές απαντήσεις για την μέχρι σήμερα στάση ενός σεβαστού κομματιού των πολιτικοποιημένων της αριστεράς και της αντιεξουσίας σε σχέση με την συμμετοχή τους στο Σύνταγμα.
    Θα είμαι συνοπτικός.

    Στην δημόσια συζήτηση που γίνεται τον τελευταίο χρόνο, τόσο μεταξύ πολιτικοποιημένων, όσο και μέσα στην διαδικασία μας (σκυα), αλλά πολύ περισσότερο μέσα την κοινωνία (στην όποια συζήτηση αφήνεται να διέλθει μέσα από τις χαραμάδες του θεάματος), ήταν κοινή η διαπίστωση ότι «η κοινωνία βράζει». Πως λοιπόν δεν περιμέναμε ότι «κάτι θα γίνει»;
    Έχοντας συμμετάσχει ένα χρόνο σε αγώνες στους κλάδους μας, στις απεργιακές διαδηλώσεις, κ.α., ένα από τα γενικά συμπεράσματα (σωστά) των αναλύσεων μας ήταν ότι «οι αντιστάσεις απέναντι στην κυρίαρχη πολιτική ήταν μέχρι τώρα κατώτερες των περιστάσεων», κι ένας βασικός προβληματισμός μας ήταν: πως θα μπορούσε να αντιστραφεί αυτή η κατάσταση. Αυτό που προσωπικά αντιλαμβανόμουν σαν αρχή μιας διαφορετικής κατάστασης που θα σήμανε την επιστροφή των εκμεταλλευόμενων στο δρόμο και στις διαδικασίες του αγώνα, μπορεί να συνοψιστεί σε δύο σενάρια, διαζευκτικά μεταξύ τους:

    1. Ή να ξεσπάσει σε ένα κλάδο με αφορμή απολύσεις ή ιδιωτικοποιήσεις/ αναδιαρθρώσεις, ένας αγώνας, που πολύ γρήγορα θα συσπείρωνε ένα μεγάλο μέρος κόσμου, θα κέρδιζε την αλληλεγγύη άλλων κλάδων εργαζομένων, θα πυροδοτούσε ανοιχτές συγκρούσεις στο δρόμο, κι αυτή θα ήταν η αρχή για την αντιστροφή της κατάστασης που βιώνουμε τόσο καιρό.

    2. Ή μετά από μια πορεία της ΓΣΕΕ να ξεσπάσουν συγκρούσεις και ο κόσμος να προχωρήσει σε καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, να επεκταθεί η αναταραχή στις γειτονιές, κλπ, κλπ.

    Και τα δύο αυτά σενάρια, θα πρεπε να διαψεύσουν χίλιες πεντακόσιες σταθερές που χαρακτηρίζουν τον ανταγωνισμό σ’ αυτή την χώρα προκειμένου να πραγματοποιηθούν (π.χ. μία από αυτές θα ήταν να αμφισβητήσουν ανοιχτά και μέχρι τέλους των ρόλων των συνδικάτων και να στήσουν δικές τους μορφές εκπροσώπησης). Επίσης και τα δύο αυτά σενάρια προϋπέθεταν ότι η ανοιχτή σύγκρουση, η κοινωνική αντιβία, οι καταλήψεις, και πάνω από όλα οι οργανωμένες συλλογικότητες (συνδικάτο/ κόμμα), οι οποίες εδώ και χρόνια υποστηρίζουμε ότι έχουν φάει τα ψωμιά τους, παρόλα αυτά παίζουν το σημαντικό τους ρόλο (π.χ. η γσεε καλεί σε γενική απεργία, δεν καλούν οι αυτοοργανωμένες κομμούνες των γειτονιών, ούτε το μυθοποιημένο συντονιστικό των πρωτοβάθμιων που κατ’ουσίαν αποτελείται κατά 90% από σωματεία-σφραγίδες).
    Άρα και τα δύο αυτά σενάρια για να συμβούν θα έπρεπε να υπερβούν τις βασικές προϋποθέσεις ύπαρξης του σημερινού καθεστώτος, πρακτικά αυτό πάει να πει ότι θα έπρεπε να βρισκόμασταν σε προεπαναστατική περίοδο κι όχι απλώς σε ξέσπασμα αγώνων για το μπλοκάρισμα του μνημονίου.

    Τι γίνεται τώρα όταν εμφανίζονται μορφές διαμαρτυρίες που δεν συμπεριλαμβάνουν κανένα δομικό στοιχείο αυτών που έχουμε ξαναζήσει;
    Μια γνώριμη αλυσίδα στάσεων, γνώριμη από την εμπειρία της αντίδρασης απέναντι στο καινούργιο: αμηχανία, αφ’ υψηλού κριτική, καταγγελία, απαξίωση, αποστροφή, διαχωρισμός. Αυτή η αλυσίδα δεν είναι πάντα έτσι, θα μπορούσαν να υπάρξουν διαφορετικοί κρίκοι, για παράδειγμα: αμηχανία, διερεύνηση, κριτική συμμετοχή, ενίσχυση των θετικών χαρακτηριστικών, κλπ, κλπ.
    Είναι η πρώτη αλυσίδα που χαρακτηρίζει τις στάσεις ενός μέρους του πολιτικοποιημένου κόσμου, που αδυνατεί να συλλάβει την ιστορική κίνηση σαν μορφές και περιεχόμενα σε διαρκή μετασχηματισμό, άρα σαν μορφές και περιεχόμενα που δύναται να υπερβαίνουν την υποκειμενικότητα που προσπαθεί να τα ερμηνεύσει. Με λίγα λόγια: αν οι αναρχικοί δεν δουν φωτιές, κι αν οι αριστεροί δεν δουν αιτήματα και πλαίσια, δύσκολα θα αναμειχθούν σε κάποιο αγώνα (και οι μεν και οι δε). Αυτό αποδεικνύεται περίτρανα με αυτό που συμβαίνει σήμερα.
    Είναι όμως η δεύτερη αλυσίδα που αποτελεί μέτρο της ευαισθησίας του πολιτικοποιημένου κόσμου που έχει ανοιχτά αυτιά και μάτια σ’ αυτά που συμβαίνουν γύρω του. Έχει γραφτεί πολλές φορές ότι «η ιστορία δεν ανέχεται το κενό», πάει να πει ότι αν εμείς δεν μπορούμε να προτείνουμε μια νέα σύνθεση της αντίθεσης στην πραγματικότητα που ζούμε, αυτό θα το δημιουργήσει ο ίδιος ο κόσμος που υφίσταται αυτή την πραγματικότητα (της εντατικοποίησης της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης). Σε μια πρόταση, σ’αυτή την τελευταία, αυτή είναι η ουσία της δεκαήμερης διαμαρτυρίας στο Σύνταγμα, κατά την γνώμη μου.

    Όπως και να χει το πράγμα, ένας σύντροφος λέει κάτι πολύ σωστό: ότι η κρίση είναι μια δοκιμασία και για μας, για τα υποκείμενα του κοινωνικού ανταγωνισμού που έχουν κάποια πολιτικοποίηση: κάποιοι θα αντέξουμε αυτή την δοκιμασία, κάποιους θα τους σαρώσει η αγριότητα της ιστορικής κίνησης. Έτσι συνέβαινε πάντα, έτσι θα ξανασυμβεί και σήμερα.

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*