“Και σαν σκιές επιστρέφουμε”*

Η Ελληνική κυβέρνηση μπορεί να ψήφισε το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα στην βουλή, λίγα όμως 24ώρα μετά βρίσκεται μπροστά στα ίδια αδιέξοδα, το οικονομικό της πρόγραμμα καταρρέει και το μοναδικό της άγχος είναι να συνεχίσει να εξυπηρετεί τους δανειστές της και να βελτιώνει τους όρους κερδοφορίας του κεφαλαίου μειώνοντας συνεχώς το εργατικό κόστος, διαλύοντας την μικρή ιδιοκτησία, ξεπουλώντας τον δημόσιο πλούτο και λεηλατώντας την φύση και το περιβάλλον. Όσα μέτρα και να πάρει η Ελληνική κυβέρνηση φαντάζουν αναποτελεσματικά μπροστά στην δομική κρίση, όχι του ευρώ, αλλά του ίδιου του καπιταλισμού. Η Ελλάδα δεν είναι μόνη σε αυτόν τον κατήφορο έχει παρέα που όλο και μεγαλώνει. Το χρέος, ο πληθωρισμός, η ύφεση, οι δείκτες των χρηματιστηρίων, δεν αποτελούν παρά την αντανάκλαση των πραγματικών αιτιών της κρίσης…

Η Ελληνική Κυβέρνηση κατάφερε να περάσει από την βουλή το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, μέσα από το σύννεφο που είχαν δημιουργήσει τα 2500 ασφυξιογόνα και χειροβομβίδες κρότου λάμψης που έριξαν οι δυνάμεις καταστολής στις δεκάδες χιλιάδες οργισμένους πολίτες που προσπαθούσαν να αποτρέψουν την ψήφιση των μέτρων που σαν θηλιά σφίγγουν όλο και πιο πολύ το λαιμό των εργαζομένων των αγροτών των αυτοαπασχολούμενων και κυρίως της άνεργης νεολαίας. Εκατοντάδες πολίτες τραυματίστηκαν από τα γκλοπς της αστυνομίας, σε μια μάχη που κράτησε 48 ώρες κατά την οποία, παρόλη την βία και τον τρόμο που προσπάθησαν να σκορπίσουν οι πραιτοριανοί, δεν κατάφεραν ούτε για μια στιγμή να αδειάσουν την πλατεία Συντάγματος από όλο αυτό τον κόσμο που από τις 25 Μάη την έχει μετατρέψει σε κέντρο αγώνα και σύμβολο αντίστασης.

Αυτή την φορά δεν μπορούμε να μιλάμε μονάχα για συγκρούσεις νεαρών του Αντιεξουσιαστικού/Αναρχικού χώρου, αλλά για ένα πλατύ λαϊκό κίνημα αντίστασης. Είναι τόσο χαρακτηριστικές οι φωτογραφίες και τα βίντεο στο διαδίκτυο που δείχνουν ηλικιωμένους ανθρώπους να προσπαθούν να σταματήσουν πάνοπλους αστυνομικούς, ή νεαρές κοπέλες να ορθώνουν τα κορμιά τους και μόνο απέναντι στην βαρβαρότητα της κρατικής βίας. Όσες και όσοι ήμασταν εκεί εκείνες τις ώρες βιώσαμε την αξιοπρέπεια της αντίστασης και του «yabasta». Γιατί σαν σκιές επιστρέφαμε μετά από κάθε επίθεση των ένστολων δολοφόνων μέσα από τα σύννεφα των δακρυγόνων στην πλατεία, φωνάζοντας «η χούντα δεν τελείωσε το ‘73»…

Με αυτή την 48ώρη απεργία και προσπάθεια για αποκλεισμό της βουλής κορυφώθηκε έναν κύκλος αγώνα που ξεκίνησε στις 25 Μάη, μετά το ξυπνητήρι που μας κτύπησαν οι σύντροφοι μας στην πλατεία δε Σολ της Μαδρίτης και τους ευχαριστούμε πολύ γι’ αυτό. Γιατί αυτό το ξυπνητήρι κτύπησε την στιγμή που ενώ η αδιάκοπη επίθεση του κεφαλαίου, της κυβέρνησης, του ΔΝΤ, των τραπεζιτών και των ηγετών της Ε.Ε. συνεχιζότανε, τα αδιέξοδα του προηγούμενου κύκλου αγώνα ήταν δεδομένα. Γιατί ήρθε ακριβώς την στιγμή που μέσα από τις εκτεταμένες επιθέσεις των φασιστικών συμμοριών στους μετανάστες ο κοινωνικός κανιβαλισμός, μετατρεπότανε σε στρατηγική χειρισμού της εξαθλίωσης και της απελπισίας των λαϊκών στρωμάτων από τα κέντρα της εξουσίας και τα ΜΜΕ.

Η συγκυρία του καλέσματος στην πλατεία Συντάγματος με την δημοσιοποίηση των μέτρων του μεσοπρόθεσμου προγράμματος ήταν ένας λόγος της μαζικής παρουσίας του κόσμου στις συγκεντρώσεις, την στιγμή μάλιστα που ούτε η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, τα πρωτοβάθμια σωματεία, τα κόμματα της Αριστεράς και ο αντισυστημικός πολιτικός χώρος δεν μπόρεσαν να πάρουν μια τέτοια πρωτοβουλία. Το κάλεσμα που έκανε η πρωτοβουλία για την Πραγματική Δημοκρατία κατάφερε με όλες τις αντιφάσεις, τις αντιθέσεις και τα προβλήματα να λειτουργήσει ενοποιητικά για τον κόσμο που ήθελε να διαμαρτυρηθεί, εκεί που οι ως τώρα πρωτοβουλίες λειτουργούσαν διαχωριστικά. Γιατί η ενοποίηση έγινε πάνω στην κοινή αντίθεση στο μνημόνιο και τις συνέπειες του και σε μια ανοικτή διαδικασία αναζήτησης του περιεχομένου αυτής της αντίδρασης. Αντίθετα οι διαχωρισμοί των προηγούμενων μορφών της λαϊκής αντίδρασης που εκφραστήκανε κυρίως με τις γενικές απεργίες, έγιναν με βάση ιδεολογικοπολιτικά σύμβολα και παρατάξεις και στην βάση κλειστών και προκαθορισμένων πολιτικών περιεχομένων. Η συνέχεια που υποσχότανε το κάλεσμα στην πλατεία έδινε μια απάντηση στο πρόβλημα που σχεδόν οι πιο πολλοί είχαν εντοπίσει, δηλαδή ότι οι μονοήμερες γενικές απεργίες ήταν αποσπασματικές χωρίς να δημιουργούν κανέναν ορίζοντα προοπτικής στην λαϊκή αντίσταση.

Παρόλα αυτά η 48ωρη απεργία και ο αποκλεισμός, ανέδειξαν με τον πιο καθαριστικό τρόπο ένα κατώφλι το οποίο ακόμα και σήμερα η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας δεν το έχει περάσει. Το κατώφλι που οδηγεί από την αγανάκτηση και την διαμαρτυρία στην αντίσταση και την διεκδίκηση. Ακριβώς την στιγμή της κορύφωσης του αγώνα έγινε αντιληπτό με τον πιο καθαρό τρόπο ότι υπάρχουν δυο πλατείες Συντάγματος. Εκείνη «η πλατεία» όπου ο κόσμος μπορεί να εκφράσει την αγανάκτηση του και την διαμαρτυρία του, να μουντζώσει το κοινοβούλιο και να φωνάξει «κλέφτες, κλέφτες», να εκτονωθεί ανέξοδα και να επιστρέψει πίσω στην καθημερινότητα του, έχοντας την ενδόμυχη ελπίδα ανάδειξης ηγετών που μέσω της «κάθαρσης» και της τιμωρίας των αποδιοπομπαίων τράγων θα ανασυγκροτήσουν την συναίνεση, μέσα από την συστράτευση στην εθνική αναγέννηση, θα καταφέρουν να διατηρήσουν κάτι από την επίπλαστη καταναλωτική ευμάρεια της προηγούμενης δεκαετίας. Είναι εκείνη «η πλατεία» που ενώ κατέβαιναν τα Σαββατοκύριακα και τα απογεύματα στην πλατεία, που ενώ συνέβαλε αποφασιστικά στην μεγάλη συγκέντρωση την Κυριακή 5 Ιουνίου, η οποία ξεπέρασε τις 300.000 ανθρώπους, όχι μόνο δεν κατέβηκε στις 28 και 29 Ιουνίου στον δρόμο, αλλά ούτε καν απέργησε αφού ακόμα και στον δημόσιο τομέα η συμμετοχή δεν ξεπέρασε το 20%, ποσοστό πολύ μικρότερο από άλλες γενικές απεργίες των προηγούμενων μηνών.

Από την άλλη υπάρχει η «άλλη πλατεία». Η «πλατεία» της αντίστασης, της διεκδίκησης και της δημιουργίας. «Η πλατεία» όπου συντελείται η προσπάθεια να ανακαλύψει και να κατασκευάσει δομές και περιεχόμενα που να αντανακλάνε τις δυνατότητες και την αναγκαιότηταγια την σύσταση ενόςνέου, τελείως διαφορετικού προς την πολιτική αντιπροσώπευση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, πεδίου άσκησης της πολιτικής δύναμης του λαού, ως την μοναδική διέξοδο από τις διάφορες εναλλακτικές που επεξεργάζονται τα κέντρα εξουσίας του κεφαλαίου.

Είναι «η πλατεία» που κοιτάει μπροστά θέλοντας να οικοδομήσει ένα νέο αύριο, που να βασίζεται σε νέα αντίληψη για το πώς θα είναι η κοινωνία και όχι απλά να επιστρέψει πίσω στην «ευτυχία» της κατανάλωσης και του θεάματος. Χωρίς όμως αυτό το νέο αύριο να είναι ένα από τα πριν προκατασκευασμένο πολιτικό σχέδιο, με δεδομένα ιδεολογικά σύμβολα και προκαθορισμένες μορφές αγώνα, αλλά μια ανοικτή διαδικασία επανακαθορισμού όχι μόνο των μορφών αγώνα και του περιεχομένου των διεκδικήσεων, αλλά και των κοινωνικών αναγκών και αξιών:

Άμεση δημοκρατία, αυτοοργάνωση, άρνηση της διαμεσολάβησης των ΜΜΕ, το ανοικτό περιεχόμενο που αναδιαμορφώνεται μέσα από έναν συνεχή διάλογο, ο εξισωτισμός σε επίπεδο διαδικασιών συνέλευσης (χρόνος ομιλίας, κλήρωση των ομιλητών, τοποθετήσεις ) που λειτουργεί αντιεραρχικά και σε αντιπαράθεση με τους «ειδικούς του πολιτικού λόγου», είναι μερικά από αυτά, που φαίνεται να είναι κατεκτημένα για ένα σημαντικό κομμάτι που παρακολουθεί της διαδικασίες της συνέλευσης της πλατείας Συντάγματος.

Ακόμα παραπέρα ζυμώνονται ιδέες όπως η κατάληψη των μέσων παραγωγής, η αλλαγή του μοντέλου παραγωγής και κατανάλωσης, η αναγκαιότητα επανακαθορισμού των κοινωνικών σχέσεων και της σχέσης της κοινωνίας με την φύση, η ελεύθερη πρόσβαση στα κοινά αγαθά, η αναγκαιότητα ενός νέου πολιτειακού μοντέλου άμεσης δημοκρατίας που να ξεπερνάει τον αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, ο επαναπροσδιορισμός της έννοιας της πολιτικής και του πολίτη.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν απόψεις και αντιλήψεις που ενώ θα έπρεπε, δεν έχουν μπει στην ατζέντα της ζύμωσης όπως: η κατάργηση της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, ο εμπορευματικός χαρακτήρας που έχει σήμερα η παραγωγή και η κατανάλωση, η σχέση της μισθωτής εργασίας και ένα σωρό άλλα. Ή ότι δεν υπάρχουν αντίστοιχα προβληματικά ζητήματα και χαρακτηριστικάπου ζυμώνονται προς λάθος κατεύθυνση: μια εθνοκεντρική αντίληψη ανάπτυξης, η ουσιαστική απουσία των μεταναστών που αποτελούν ένα σοβαρό κομμάτι των από κάτω, η μη κριτική στο ρόλο της εμπορευματικής οικονομίας, η μη ταξική αντίληψη σε σχέση με το ποιος ευθύνεται για το χρέος και την οικονομική κατάσταση (ενώ γίνονται αναφορές στους πολιτικούς και τους τραπεζίτες, απουσιάζουν οι αναφορές στους καπιταλιστές και τα αφεντικά), η αντίληψη ότι για την παγκόσμια κρίση ευθύνεται το χρηματοπιστωτικό και όχι το παραγωγικό κεφάλαιο και άλλα πολλά…

Όμως καταρχάς πρόκειται για μια διαδικασία έχει ξεκινήσει εδώ και σαράντα μέρες και που φυσικά με την μορφή που έχει σήμερα δεν θα μπορέσει να δώσει απαντήσεις αλλά να ανοίξει τα ζητήματα και την δημόσια συζήτηση των από κάτω γύρω από αυτά.

Είναι ο κόσμος που πέρασε το κατώφλι από την αγανάκτηση στην αντίσταση, που συγκροτεί αυτή την πλατεία που προσπαθεί να βρει και άλλες πλατείες να δώσει έδαφος και τοπικότητα στην αντίσταση, την διεκδίκηση και την δημιουργία, που συγκρότησε αυτό το πλήθος των δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, που έδωσε αυτή την ανυποχώρητη μάχη στις 28 & 29 Ιούνη στο κέντρο της Αθήνας. Που περνώντας αυτό το κατώφλι ανοίγει δρόμους και κρατά την πόρτα του μέλλοντοςκαι της ελπίδας ανοικτή και για τους άλλους, είναι η κοινωνική πρωτοπορία της ελληνικής κοινωνίας, είναι το αντίπαλο δέος στον καπιταλιστικό μονόδρομο, είναι οι σκιές που πάντα θα επιστρέφουν μέσα από τα σύννεφα των ασφυξιογόνων…

Τι ώρα είναι;

Ώρα να πάρουμε τις ζωές μας στα χέρια μας.

Ιούλιος 2011, Κώστας Σβόλης

*τίτλος από μυθιστόρημα του PacoIgnacioTaiboII

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*