Το κείμενο αυτό γράφτηκε ως τοποθέτηση σε μια εσωτερική συζήτηση γύρω από τις καταλήψεις στέγης, τα όρια, τις δυνατότητές τους και τους όρους υπό τους οποίους θα θέταμε τις ζωές μας και τις δυνάμεις μας σε μια τέτοια κατεύθυνση. Όπως θα γίνει εμφανές δε στόχευε σε μια συνολική πραγμάτευση του ζητήματος της στέγασης και ολόκληρου του φάσματος των διαφόρων πιθανών συλλογικών απαντήσεων και αγώνων γύρω από αυτό. Στο ευρύ αυτό φάσμα που ξεκινά από την άρνηση πληρωμής ή την αυτομείωση ενοικίων και λογαριασμών, συνεχίζεται στους αγώνες ενάντια στις εξώσεις και τις κατασχέσεις σπιτιών, περνά από τους αγώνες στις φοιτητικές εστίες και διατρέχει τις σιωπηλές καταλήψεις στέγης αστέγων, μεταναστών και ανθρώπων που βρίσκονται στα όρια της επιβίωσης, οι καταλήψεις στέγης – στεγαστικές κοινότητες που πραγματεύεται το παρακάτω κείμενο αποτελούν μονάχα άλλη μια πινελιά στον πολύχρωμο καμβά. Αν το κείμενο εστιάζει σε αυτές τις τελευταίες δεν είναι ούτε για να τις εξυψώσει με ελιτίστικη διάθεση προσδίδοντάς τους μια επαναστατική καθαρότητα που ούτως ή άλλως δεν έχουν, ούτε γιατί αγνοεί ή υποτιμά όλους τους υπόλοιπους αγώνες γύρω από τη στέγαση. Η σκοπιά θέασης των πραγμάτων είναι ότι οι καταλήψεις στέγης – στεγαστικές κοινότητες αποτελούν απλώς έναν ακόμα κρίκο του πλέγματος των αγώνων για την επανοικειοποίηση και την απελευθέρωση των ζωών μας που δεν είναι ούτε ο πρώτος, ούτε ο τελευταίος, ούτε ο μοναδικός. Αν το κείμενο εστιάζει σε αυτή τη μορφή είναι μονάχα από την ανάγκη η συζήτηση να βαθύνει και να φτάσει σε ένα επίπεδο που τα εγχειρήματα αυτά να μπορούν να ανταποκριθούν όντως στις ανάγκες και τις επιθυμίες μας με έναν τρόπο ποιοτικό που να μας δίνει ικανοποίηση και να μας επιτρέπει να αφεθούμε και να βάλουμε τις ζωές μας σε αυτά. Από εκεί και πέρα, κάθε σχετικός αγώνας έχει τη δική του αξία και σημασία.
Το κείμενο δημοσιεύεται σε επόμενο χρόνο, προσδοκώντας να τροφοδοτήσει πιθανές συζητήσεις γύρω από τέτοια εγχειρήματα.
******
«Το σμίλευμα του κομμουνισμού, αν το δούμε από πιο κοντά, δεν είναι παρά μόνο: μετατροπή της ευαισθησίας σε δύναμη, το ξεδίπλωμα του αρχιπελάγους των κόσμων»
Ξεκινάμε από τις ζωές μας…
Καθώς η επίθεση των αφεντικών ξεδιπλώνεται οι συνθήκες ζωής μας γίνονται ασφυκτικές. Είτε βρισκόμαστε στα χρόνια των σπουδών, είτε στον ατέρμονο κύκλο επισφαλής εργασία – επανακατάρτιση – ανεργία, είτε σε μια πιο σταθερή αλλά καθόλα εξοντωτική εργασία, καλούμαστε να ζήσουμε με ολοένα λιγότερα χρήματα και με ολοένα περισσότερο χρόνο μας κλεμμένο από τα αφεντικά.
Όμως αυτό που μας εγκλωβίζει δεν είναι τόσο η κατάσταση καθεαυτή όσο η αδυναμία μας να χαράξουμε συλλογικές διεξόδους. Να εξελίξουμε μια καθημερινή πρακτική που να αλλάζει τους κανόνες του παιχνιδιού, να δίνει καίριες λύσεις σε προσωπικό επίπεδο ενώ ταυτόχρονα μας φέρνει σε μια ζωή πιο κοντά στις ιδέες μας. Η αδυναμία μας, προκαλεί με αυξανόμενους ρυθμούς απογοήτευση, αποστασιοποίηση, μοναξιά, στροφή σε ατομικούς δρόμους. Δρόμους οι οποίοι συνδέονται σχεδόν πάντα με συνθηκολόγηση, κατηφόρα προς τη μιζέρια και την κατάθλιψη, πισωγυρίσματα και επιβράδυνση της συναισθηματικής εξέλιξης, την αποδοχή μιας ζωής με πολλή σιωπή όπου η καθημερινή πράξη δεν έχει καμιά σχέση με ό,τι επιθυμήσαμε και οραματιστήκαμε. Το μοτίβο επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά: στο φοιτητή που δεν έχει χρόνο γιατί η οικογένεια τον πιέζει να τελειώσει ή γιατί πρέπει να δουλεύει, στην τελειόφοιτη που επιστρέφει στους γονείς είτε για να βουλιάξει στη μιζέρια της εξατομικευμένης ανεργίας, είτε για να χάσει τον εαυτό της στην κανονικότητα της «στρωμένης οικογενειακής δουλειάς», στον επισφαλή που κάνει τουμπεκί στ’ αφεντικό και τρέχει πίσω από τις αγγελίες και τα σεμινάρια επιμόρφωσης, στη σταθερά εργαζόμενη που κάνει επίσης τουμπεκί στ’ αφεντικό και καλείται λόγω χρόνων να επιλέξει ανάμεσα στην ερωτική της σχέση και το κίνημα, στον άνεργο που σιωπά στις επικρίσεις των γονιών του ή σκέφτεται να μεταναστεύσει…
Και τι επιλογές μένουν σε όσες και όσους αρνούνται να αντιμετωπίσουν τα όνειρά τους ως νεανικές τρέλες; Γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο πώς ή θα ρισκάρουμε να βάλουμε τις ζωές μας στις συλλογικές διαδικασίες και να πολεμήσουμε γι’ αυτές ή δε θα αντέξουμε και θα χαθούμε στη δίνη των ατομικών δρόμων.
Καταλήψεις στέγης λοιπόν…
Για όσες και όσους επιλέξουν να βαδίσουν συλλογικά οι καταλήψεις στέγης μπορούν να αποτελέσουν κομμάτι αυτής της δυναμικής, ουσιαστικής και μαχητικής απάντησης η οποία είναι τόσο ζητούμενη. Κατ’ αρχάς με τις καταλήψεις στέγης απαλλοτριώνουμε χρόνο για λογαριασμό μας. Χωρίς ενοίκιο και λογαριασμούς χρειαζόμαστε λιγότερα χρήματα για να ζήσουμε, δηλαδή λιγότερες ώρες εργασίας-εντός-του-καπιταλισμού. Αυτό σημαίνει άλλες δυνατότητες: για συλλογική εργασία που δεν διέπεται από την αξία, για αγώνες, για προσωπικό εμπλουτισμό, για δημιουργία, παιχνίδι, επικοινωνία.
Ταυτόχρονα οι στεγαστικές κοινότητες ενέχουν τη δυνατότητα να αποτελέσουν προοδευτικά ένα καταφύγιο-αντίπαλο δέος στο οικογενειακό, έτσι ώστε όποια και όποιος δεν τη βγάζει να μην αναγκάζεται πια να καταφύγει στις μεσολαβήσεις και συνθηκολογήσεις της οικογένειας αλλά στα συλλογικά καταφύγια που θα έχει φτιάξει από κοινού με τους συναγωνιστές.
Τέλος οι καταλήψεις στέγης, ως πεδία μειωμένου ελέγχου, μπορούν να αποτελέσουν τόπους και χρόνους διαρκούς πειραματισμού και αύξησης της δύναμής μας. Πεδία όπου θα βάλουμε τη φαντασία μας να δουλέψει, όπου θα δοκιμάσουμε και θα εξελίξουμε μορφές κομμουνισμών και αυτονομιών, χωροταξίες και δομές, χειρονομίες τρυφερότητας και τεχνικές, στρατηγικές και ικανότητες, συναισθήματα και αισθήσεις, εργαλεία επικοινωνίας και επεξεργασίας των σχέσεων και του εαυτού μας.
Μιλώντας βέβαια για όλες αυτές τις δυνατότητες δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την άλλη πλευρά του φεγγαριού. Από όλες τις σχετικές προσπάθειες το μήνυμα που έρχεται είναι ότι τα εγχειρήματα αυτά δεν είναι ένας δοσμένος παράδεισος επί της γης. Έχουν αντιφάσεις, πισωγυρίσματα, αντιθέσεις και συγκρούσεις στο εσωτερικό τους, εξίσου δυνατότητες όχι απελευθερωτικές αλλά ενσωμάτωσης, αναπαραγωγής καπιταλιστικών πρακτικών με εναλλακτικό πρόσημο ή εξουσιαστικών συμπεριφορών με επαναστατική φρασεολογία. Κάθε προσπάθεια μας να ζήσουμε αλλιώς, να αποσχιστούμε έστω εν μέρει από το κυρίαρχο μοντέλο κοινωνικών σχέσεων έρχεται αδιάκοπα αντιμέτωπη με το ότι είμαστε παιδιά αυτής της κοινωνίας και εν μέρει την κουβαλάμε μέσα μας. Κάθε τέτοια προσπάθεια παλεύει διαρκώς να ισορροπήσει τις εντάσεις και τις αντιφάσεις που προκύπτουν απ’ το γεγονός ότι το περιβάλλον της λειτουργεί με τον αντίθετο τρόπο. Επιπλέον έχει να εφεύρει μόνη της τις απαντήσεις και τους τρόπους να βαδίσει καθώς δεν υπάρχει έτοιμη λύση, πράγμα που συχνά σημαίνει αδιέξοδα, πισωγυρίσματα και εκ νέου πειραματισμούς.
Αυτό δε λέγεται για να αποθαρρύνει. Δείχνει μονάχα πως αν σκοπεύουμε να θέσουμε τις ζωές μας σε στεγαστικά εγχειρήματα, είναι αναγκαίο να συζητήσουμε και να προσδιορίσουμε από πριν τα βασικά χαρακτηριστικά που θα θέλαμε να πάρουν, γιατί σε πολλές περιπτώσεις η ανυπαρξία μιας συναντίληψης έχει υπονομεύσει τέτοιες προσπάθειες. Πολλά εγχειρήματα έχουν διαλυθεί και περισσότερα έχουν καθηλωθεί σε πρωταρχικά στάδια εξέλιξης ακριβώς επειδή οι άνθρωποι που τα πλαισιώνουν έχουν αποκλίνουσες ή και αντίθετες αντιλήψεις για αυτά. Η υπάρχουσα εμπειρία δείχνει ότι η απουσία συμφωνιών στα βασικά παράγει σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα καυγάδες και εντάσεις από αυτές που δεν έχουν προοπτική να συντεθούν με γόνιμο τρόπο. Έτσι τα εγχειρήματα μετατρέπονται από χωροχρόνοι δημιουργίας σε πεδία πολέμου ή ψυχρής ανεκτικότητας και οι δυνατότητες τους μένουν στο περιθώριο. Το κείμενο αυτό προσπαθεί να ανοίξει τη συζήτηση για τα χαρακτηριστικά που θα βοηθούσαν τα νέα στεγαστικά εγχειρήματα να αποφύγουν λάθη που έχουν παρουσιαστεί σε υπάρχοντα ή παρελθόντα εγχειρήματα και να παραμείνουν σε δημιουργικούς δρόμους. Δεν είναι ένα μανιφέστο αλλά ούτε και μια ακαδημαϊκή πραγματεία. Θέτει ζητήματα παίρνοντας θέση, αλλά ταυτόχρονα παραμένει μια πρώτη προσπάθεια σε μια συζήτηση που πρέπει να ανοίξει, να διευρυνθεί, να γίνει πολυφωνική, να βαθύνει. Αν καταφέρει να αποτελέσει ένα λιθαράκι στην συνδιαμόρφωση ενός κοινού λεξιλογίου και μιας κοινής πρακτικής, θα έχει πετύχει το στόχο του.
Οι καταλήψεις στέγης και οι κοινωνικοί αγώνες
Ένα σημείο από το οποίο θα είχε νόημα να ξεκινήσει η συζήτηση για τα στεγαστικά εγχειρήματα είναι το πώς βλέπουμε τη θέση των εγχειρημάτων αυτών στον ευρύτερο αγώνα για την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση. Το σημείο έχει σημασία γιατί εδώ βρίσκεται σε ένα βαθμό η απάντηση στο ερώτημα γιατί οι καταλήψεις στέγης δεν αποτελούν ήδη μια γενικευμένη κοινωνική πρακτική. Αν στραφούμε στα υπάρχοντα στεγαστικά εγχειρήματα θα βρούμε ένα μέρος της απάντησης στο γεγονός ότι καθένα από αυτά τοποθετεί τον εαυτό του κατά κάποιον τρόπο έξω από την κοινωνική πραγματικότητα και τους κοινωνικούς αγώνες και δε μεριμνά ώστε να ανοίξει διαύλους. Το ενδιαφέρον μάλιστα είναι ότι καταλήγουν στο ίδιο σημείο ξεκινώντας από ριζικά διαφορετικές αφετηρίες.
Από τη μια μεριά υπάρχουν καταλήψεις στέγης που γίνονται από ανθρώπους που είτε από άποψη, είτε από αδράνεια επιλέγουν να μη συμμετέχουν σε αγώνες και συλλογικότητες. Τέτοιες καταλήψεις γίνονται είτε από «απολιτικ» παρέες, είτε από ανθρώπους που βρίσκονται στην ευρύτερη περιφέρεια του κινήματος αλλά δεν επιλέγουν τη δέσμευση να εμπλακούν περισσότερο. Επίσης στο ίδιο σκεπτικό μπορεί να συναντήσει κανείς και στεγαστικές καταλήψεις διαχωρισμένων εναλλακτικών καλλιτεχνών οι οποίοι ασχολούνται μόνο με την τέχνη (θεωρώντας ότι αυτή μπορεί να διαχωριστεί από τον αγώνα για την καθημερινή ζωή) και όχι με τα κινηματικά, αν και αυτό συμβαίνει περισσότερο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το αδιέξοδο των εγχειρημάτων αυτών βρίσκεται στο γεγονός ότι όταν δεν αποτελούν την προέκταση του καπιταλισμού με εναλλακτικό προσωπείο (όπως π.χ. οι διαχωρισμένοι καλλιτέχνες), αποτελούν επί της ουσίας ατομικές λύσεις με λίγο πιο ομαδικούς όρους. Δηλαδή από τη στιγμή που η παρέα θα καταφέρει να διασώσει τον εαυτό της, αδιαφορεί για το τι συμβαίνει στους υπόλοιπους. Έτσι δε δημιουργεί δίαυλους επικοινωνίας και εν τέλει πεθαίνει από αυτάρκεια ή καταστέλλεται όντας απομονωμένη και αδύναμη να αμυνθεί.
Στον αντίποδα υπάρχουν οι αναρχικές καταλήψεις στέγης. Σε αυτές τις καταλήψεις οι άνθρωποι έχουν πολιτική αντίληψη και συμμετέχουν σε πολιτικές ομάδες και δράσεις. Επίσης αυτά τα εγχειρήματα συνήθως είναι και πιο δικτυωμένα τουλάχιστον εντός ενός κύκλου ανθρώπων με ίδια ιδεολογική τοποθέτηση. Αυτά τα εγχειρήματα όμως συχνά ορίζουν επίσης τον εαυτό τους έξω από την κοινωνική πραγματικότητα μέσω της πολιτικής ταυτότητας και της έννοιας της πρωτοπορίας: ότι είμαστε «εμείς» από τη μια και η κοινωνία από την άλλη. Ότι εμείς έχουμε τις επαναστατικές ιδέες και αυτό που μένει είναι να τις διαχύσουμε-μεταλαμπαδεύσουμε. Έτσι οι συμμετέχοντες σ’ αυτά τα εγχειρήματα συμμετέχουν συνήθως σε ομάδες αποτελούμενες αποκλειστικά από ανθρώπους με την ίδια πολιτική ταυτότητα και δραστηριοποιούνται στην κατεύθυνση της πολιτικής παρέμβασης στην κοινωνία «από τα έξω». Ταυτόχρονα απουσιάζουν από αγώνες όπου συναντιέται και δημιουργεί σχέσεις κανείς και με άλλους ανθρώπους στη βάση των κοινών αναγκών και του αγώνα ενάντια στην καθημερινή εκμετάλλευση και την καταπίεση χωρίς να είναι απαραίτητη η ιδεολογική ταύτιση. Το αποτέλεσμα αυτής της οπτικής είναι ότι αυτά τα εγχειρήματα κλείνονται μέσα στη συμπαγή πολιτική ταυτότητα τους και αδυνατούν να δημιουργήσουν διαύλους με άλλες εκμεταλλευόμενες και καταπιεζόμενους που μπορεί να έχουν αντίστοιχες ανάγκες αλλά δεν αυτοπροσδιορίζονται με μια τόσο συμπαγή ταυτότητα.
Με δεδομένη αυτή την πραγματικότητα το στοίχημα είναι να δημιουργήσουμε στεγαστικά εγχειρήματα τα οποία να αποφεύγουν τα αδιέξοδα των υπαρχόντων. Από τη μια να μην είναι απλώς μια επιλογή για να λύσουμε τα δικά μας προβλήματα, δηλαδή ακόμη ένας ατομικός δρόμος αλλά με λίγο πιο ομαδικούς όρους. Να είναι κομμάτι του ευρύτερου αγώνα για τη ζωή και την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση που επιδιώκούμε να διευρύνεται ολοένα. Από την άλλη η στεγαστική κοινότητα να μην είναι απολιτικ αλλά ούτε και περιχαρακωμένη σε μια συμπαγή πολιτική ταυτότητα. Να επιδιώκουμε να την κοινωνικοποιήσουμε μέσα από τη δημιουργία σχέσεων με ανθρώπους που βιώνουμε την ίδια καταπιεστική καθημερινότητα και αντιμετωπίζουμε τα ίδια προβλήματα. Πρακτικά το ξεπέρασμα των αδιεξόδων μπορεί να συμβεί μέσα από την οργανική επικοινωνία των εγχειρημάτων με τους κοινωνικούς αγώνες, με τη συμμετοχή δηλαδή όσων συμμετέχουν στη στεγαστική κοινότητα σε κοινωνικούς αγώνες. Κάθε συμμετέχων και συμμετέχουσα να συμμετέχει δηλαδή εκτός από τη στεγαστική κοινότητα σε τουλάχιστον μία συνέλευση αγώνα. Όπου λέγοντας συνέλευση αγώνα εννοούμε όχι γενικά κάθε πολιτική ομάδα, αλλά συγκεκριμένα διαδικασίες που προσπαθούν να δημιουργήσουν ριζώματα με συνέπεια και συνέχεια στο κοινωνικό πεδίο, να στήσουν αδιαμεσολάβητους αγώνες σε επίπεδο καθημερινότητας, να συναντηθούν και να αγωνιστούν από κοινού με ανθρώπους που δε μοιράζονται απαραίτητα την ίδια πολιτική ταυτότητα αλλά βιώνουν τις ίδιες συνθήκες εκμετάλλευσης και καταπίεσης και μοιράζονται τις ίδιες ανάγκες.
Στεγαστικές κοινότητες
Μια κατάληψη στέγης έχει νόημα στο βαθμό που θα επιδιώξουμε να φτιάξουμε μια κοινότητα. Το τι είναι μια στεγαστική κοινότητα δεν το ξέρουμε ακριβώς. Πριν συμβεί πρακτικά και το βιώσουμε, θα έχουμε μόνο γενικές ιδέες. Ξέρουμε σίγουρα τι δε θέλουμε να είναι. Στον αντίποδα της στεγαστικής κοινότητας βρίσκεται η βουβή συγκατοίκηση (ή ακόμη εντονότερα οι φοιτητικές εστίες) : το να μοιράζεσαι τον ίδιο χώρο αλλά καθένας και καθεμιά να έχει τη ζωή του, τον μικρόκοσμό της, την ιδιοκτησία του (υλική ή συναισθηματική). Και κυρίως, οι κόσμοι να γλιστρούν παράλληλα χωρίς να συναντιούνται και η απομόνωση να είναι ζητούμενη και να εξυψώνεται, ενώ η ανάγκη για επικοινωνία και μοίρασμα να θεωρείται παράλογη και ξεπερασμένη. Η βουβή συγκατοίκηση είναι παιδί του φιλελεύθερου ατόμου, του αστικού πολιτισμού όπου ο καθένας βαδίζει μόνος με την ιδιοκτησία του, όπου είσαι σημαντική στο βαθμό που θα καταφέρεις να εξυψωθείς από τους γύρω σου περιφράσσοντας και αξιοποιώντας/εξαργυρώνοντας τη διαφορετικότητα σου.
Από την άλλη η στεγαστική κοινότητα δεν μπορεί παρά να είναι μια πραγματικότητα μοιράσματος και χαριστικότητας. Επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης μεταξύ των κόσμων. Ένα πεδίο όπου η διαφορετικότητα καθενός και καθεμιάς είναι σημαντική όχι στο βαθμό που περιφράσσεται αλλά στο βαθμό που συνεισφέρει στο συλλογικό προχώρημα. Χωροχρόνοι αφιερωμένοι στην τρυφερότητα και στο να μάθουμε να ακούμε. Το να μιλάς για αυτά που σε απασχολούν χωρίς να ντρέπεσαι ή να φοβάσαι ότι θα χλευαστείς. Το να παλεύουμε συλλογικά και να χτίζουμε από κοινού τις απαντήσεις για τις ζωές μας.
Γίνεται φανερό ότι η στεγαστική κοινότητα είναι ένα ανοιχτό στοίχημα. Θα σμιλευτεί σιγά σιγά και με προσπάθεια. Θα ξεκινήσει από τα στοιχειώδη και σταδιακά θα κατακτά ολοένα υψηλότερα επίπεδα μοιράσματος, συνοχής και οργάνωσης. Επιπλέον θα είναι μια διαδικασία διαρκούς επαναδιαπραγμάτευσης των ατομικών συνηθειών και συλλογικής αυτοεκπαίδευσης καθώς δεν έχουμε μάθει να ζούμε έτσι. Αυτό το τελευταίο είναι σημαντικό γιατί πολλά εγχειρήματα βαλτώνουν εξαιτίας του. Πολλές φορές θεωρούμε τη συλλογική ζωή εύκολη ή τους εαυτούς μας επαρκείς γι’ αυτή. Και όταν βρεθούμε σε τέτοιες συνθήκες απλά πνιγόμαστε σαν ένα παιδάκι που νομίζει ότι ξέρει κολύμπι επειδή πλατσουρίζει στα ρηχά. Η πραγματικότητα είναι ότι ως επί το πλείστον έχουμε ανατραφεί ως φιλελεύθερες ατομικότητες και μας λείπουν αρκετά εργαλεία από αυτά που απαιτούνται για τη συλλογική ζωή. Έχουμε βέβαια εμπειρίες μοιράσματος και συμβίωσης από την οικογένεια, τις φιλικές σχέσεις ή τις συγκατοικήσεις-με-επικοινωνία, αλλά δεν αρκούν για να αντεπεξέλθουμε στην πολυπλοκότητα και τη δυναμική ενός μη ιεραρχικού κοινοβίου με αρκετά περισσότερους ανθρώπους. Το να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχουν πολλά που δεν ξέρουμε να κάνουμε είναι σημαντικό ώστε να θεσμίσουμε διαδικασίες για να τα μάθουμε και επίσης να μην αμελούμε να εξηγούμε η μία στον άλλο.
Χωρίς αμφιβολία, αν το εγχείρημα προχωρήσει πέρα από τα εσκαμμένα, καθώς η κοινότητα θα εξελίσσεται θα τεθούν επί τάπητος και θα κληθούμε να επαναορίσουμε όλα τα αυτονόητα που συγκροτούν το σημερινό μοντέλο ζωής. Ενδεικτικά και όχι αποκλειστικά: τα όρια και οι ισορροπίες των προσωπικών και των κοινών χωροχρόνων, η έννοια της ιδιοκτησίας και του κοινού, τα όρια και οι ισορροπίες μεταξύ ιδιοκτησίας και κοινής κτήσης, η διαχείριση της κοινής κτήσης – πώς κατανέμονται οι απολαβές και οι ευθύνες ισότιμα και λειτουργικά, η σχέση μας με το χρήμα και την εργασία εντός του καπιταλισμού, η εργασία πέραν της αξίας και η οργάνωσή της, τι τρώμε και από πού το προμηθευόμαστε, πώς διασκεδάζουμε, οι ερωτικές σχέσεις, η οικογένεια ως μοντέλο ανατροφής των παιδιών μας, τα φάρμακα και οι αντιλήψεις για το σώμα, την υγεία και την ασθένεια, η χωροταξία, η τιμωρία και η επιβράβευση ως τρόποι αγωγής, τρόποι καλλιέργειας της γης, τρόποι επίλυσης των διαφωνιών και μη τιμωριτικό δίκαιο.
Η εσωτερική ζωή της κοινότητας
> Η αυτoοργάνωση της καθημερινότητας
Τα πρώτα ζητήματα που θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε ξεκινώντας ένα εγχείρημα θα είναι πολύ πρακτικά και καθημερινά. Οι δουλειές συντήρησης του σπιτιού, τα καθαρίσματα των κοινών χώρων, το μαγείρεμα κλπ. Είναι σημαντικό από την αρχή να επιδιώξουμε η καθημερινή ζωή στο σπίτι να είναι ποιοτική. Να είναι μια ευχάριστη και άνετη εμπειρία και όχι μια διαρκής αντιμετώπιση καταστάσεων που προκαλούν αίσθημα μιζέριας. Προφανώς τα στάνταρ του καθενός και της καθεμιάς ποικίλουν και θα μας πάρει κάμποσο καιρό μέχρι να βρούμε ισορροπίες αλλά η πρώτη πρόκληση θα είναι ακριβώς το να βρούμε τον τρόπο να συνθέσουμε τις διαφορετικότητες. Σε κάθε περίπτωση πάντως, το να αισθάνεσαι όμορφα ζώντας στις βασικές καθημερινές υποδομές είναι σημαντικό γιατί αποτελεί προϋπόθεση για κάθε προχώρημα. Αλλιώς χάνεις την εμπιστοσύνη στις συλλογικές δυνάμεις, απογοητεύεσαι και κάθε προσπάθεια ναρκοθετείται από τη γκρίνια και τη μιζέρια.
> δομές αυτομόρφωσης και κυκλοφορίας των γνώσεων/δεξιοτήτων
Ένα δεύτερο ζήτημα που θα κληθεί σύντομα να αντιμετωπίσει η κοινότητα θα είναι η απουσία γνώσεων και δεξιοτήτων ή η συγκέντρωσή τους σε λίγα πρόσωπα. Μιλάμε πάλι κατά βάση για πρακτικές γνώσεις: χειρισμό μηχανημάτων, τεχνικές χτισίματος, υδραυλικά, ρεύματα, ξυλουργική, τρόποι καλλιέργειας, επισκευές κλπ. Είναι σημαντικό να δημιουργηθούν διαδικασίες απόκτησης των γνώσεων ώστε η κοινότητα να είναι αυτοδύναμη και κυκλοφορίας τους ώστε να μην επιβαρύνονται συγκεκριμένα μέλη της.
> βάλτωμα και ανανέωση
Συχνά τα συλλογικά εγχειρήματα μοιάζουν με τις ερωτικές σχέσεις. Ξεκινούν με ενθουσιασμό και ορμή και σιγά σιγά ξεθυμαίνουν έως ότου κλείνουν τον κύκλο τους και διαλύονται. Στα στεγαστικά εγχειρήματα αυτό είναι πιο έντονο λόγω της καθημερινής τριβής. Στην αρχή υπάρχει ενθουσιασμός και ζωντάνια που τροφοδοτείται από τη διαφορετικότητα του καθενός και της καθεμιάς. Καθώς όμως κυλάει ο καιρός και γνωρίζει ο ένας την άλλη αρχίζουν όλα να γίνονται προβλέψιμα. Σταδιακά η κοινοτική ζωή ξαναγίνεται μουντή συγκατοίκηση και είτε παγώνει σε αυτή την κατάσταση είτε με κάποια αφορμή το εγχείρημα διαλύεται. Είναι σημαντικό από την αρχή να θέσουμε σε κίνηση διαδικασίες ανανέωσης, ώστε αυτό το βάλτωμα να προληφθεί πριν προκύψει και γίνει δύσκολα αντιμετωπίσιμο. Η κίνηση της κοινότητας προς ολοένα υψηλότερα επίπεδα μοιράσματος και επικοινωνίας είναι μια απάντηση. Μια δεύτερη θα ήταν η θέσπιση διαδικασιών συλλογικής εξέλιξης: συλλογικά αναγνώσματα, καλλιτεχνικές πρωτοβουλίες, project που κυκλικά θα αναλαμβάνουν να στήνουν μέλη της κοινότητας για το προχώρημά της, παιχνίδια και πολλά άλλα που μένει να εφευρεθούν. Μια τρίτη διέξοδος θα μπορούσε να σχετίζεται με ανθρώπους που θα φιλοξενούνται κατά διαστήματα στο εγχείρημα (συντρόφους και συντρόφισσες από άλλες πόλεις και χώρες κλπ). Πέρα από τις προσωπικές επαφές θα μπορούσαν να θεσμιστούν και διαδικασίες κυκλοφορίας ικανοτήτων, κουλτούρας και εμπειριών. Τέλος το σημαντικότερο ίσως από όλα είναι το να μην υπάρχει πώρωση στα μέλη της κοινότητας. Αυτό με την έννοια ότι είναι σημαντικό ο καθένας και η καθεμιά να μην απορροφάται εξ’ ολοκλήρου από τις κινηματικές διαδικασίες, αλλά να συνεχίζει να εξελίσσεται και σαν αυτόνομη προσωπικότητα. Με αυτό τον τρόπο, εξελισσόμενος/η ο ίδιος/α θα είναι σε θέση να ανατροφοδοτεί και τα συλλογικά εγχειρήματα.
> lifestyle, ταύτιση και αυτοπροσδιορισμός
Ένα ιδιαίτερα σοβαρό εμπόδιο στη προσωπική και συλλογική εξέλιξη αποτελεί το lifestyle, καθώς παράγει πολλαπλούς εγκλωβισμούς. Στο συλλογικό επίπεδο παράγει πρότυπα και ιεραρχίες ανάλογα με το κατά πόσο ταιριάζει κανείς σε αυτά, ζητήματα taboo που αποσιωπώνται και απωθούνται μέχρι κάποια στιγμή να εκραγούν, περιορισμό της φαντασίας και των δυνατοτήτων πειραματισμού πάνω στο πώς να κάνουμε τα πράγματα. Σε προσωπικό επίπεδο γίνεται ένας δικαστής πάνω από το κεφάλι καθενός και καθεμιάς ο οποίος με άμεσους και έμμεσους, ρητούς και άρρητους τρόπους προσπαθεί να μας πειθαρχεί στα εκάστοτε πρότυπα, φορτώνοντας μας με κάθε είδους ανασφάλεια, κόμπλεξ, άγχη και θλίψη.
Αν δούμε το πράγμα σε βάθος, δεν έχει σημασία για ποιο συγκεκριμένο lifestyle πρόκειται. Είτε πρόκειται για τα κυρίαρχα lifestyle (του επιτυχημένου καριερίστα, της γαμάτης γκόμενας, του trendy αθληταρά κλπ) , είτε για (υποτιθέμενα) αιρετικά (του αναρχικού, του εναλλακτικού φοιτητή, του εκκεντρικού καλλιτέχνη κλπ), η λειτουργία είναι η ίδια. Πρόκειται επί της ουσίας για το θέαμα όπως αυτό εκφράζεται στην καθημερινή ζωή. Για την κατάσταση όπου η εικόνα φετιχοποιείται, αποκτά αξία καθεαυτή και μετράει περισσότερο από τα άμεσα βιώματα και σχέσεις. Όπου η επικύρωση μιας ταυτότητας γίνεται σημαντικότερη από τη διερώτηση «τι είμαστε και τι θέλουμε να γίνουμε;». Το ξεπέρασμα των lifestyle βρίσκεται ακριβώς στην ανάδειξη αυτού του ερωτήματος. Στο να μετατοπιστούμε από τις διαδικασίες ταύτισης, στην κίνηση προς τον προσωπικό και συλλογικό αυτοπροσδιορισμό. Στη αντικατάσταση των δογμάτων από τη διαρκή διερώτηση και τη δημιουργική κριτική του κόσμου και του εαυτού μας. Στην μετακίνηση από την πολιτική της ταυτότητας στο «βαδίζουμε ρωτώντας» και από το θέαμα στην αμεσότητα.
> συνέλευση των συναισθημάτων
Κομβικής σημασίας για τη βιωσιμότητα και την εξέλιξη της κοινότητας θα είναι το να δημιουργηθεί ένα πεδίο αφιερωμένο ειδικά στην επεξεργασία των σχέσεων και των συναισθημάτων. Δυστυχώς το θέμα αυτό έχει για πολύ καιρό παραμεληθεί, ενώ όταν τίθεται παραγκωνίζεται ελαφρά την καρδία μέσα από το περίφημο «δε θα λύσουμε τα υπαρξιακά του καθενός». Πράγματι η αλλαγή του εαυτού τελικά μπορεί να συμβεί μόνο από τον ίδιο τον άνθρωπο που αποφασίζει να αλλάξει. Αλλά πριν και πέρα από αυτό υπάρχουν ένα σωρό διεργασίες, ζωτικές για τη συγκρότηση και την αποτελεσματικότητα κάθε κοινότητας οι οποίες όταν αποσιωπούνται δρουν ανασταλτικά. Οι καλές διαπροσωπικές σχέσεις, τα αισθήματα εμπιστοσύνης, αλληλεγγύης, ασφάλειας, αποδοχής, κατανόησης, αλληλο-εκτίμησης, τα οράματα, οι προσδοκίες και οι επιθυμίες που κινητοποιούν καθέναν και καθεμιά να συμμετάσχει και να δρα, οι φόβοι, τα ζητήματα που μας απασχολούν πέρα από τα κινηματικά, η έμπνευση, οι απογοητεύσεις κλπ, αποτελούν το υπέδαφος πάνω στο οποίο συγκροτείται κάθε ομάδα και διεξάγεται κάθε πολιτική δράση. Το να μη δουλεύουμε και αυτό το πεδίο, μας τραβάει συχνά το χαλί κάτω από τα πόδια. Και αν σε εβδομαδιαίες συνελεύσεις η τριβή είναι αρκετά μικρή ώστε να μπορούμε για καιρό να αγνοούμε το θέμα, σε μια στεγαστική κοινότητα με καθημερινή τριβή τα ζητήματα θα έρθουν στην επιφάνεια πολύ πιο γρήγορα. Και το να μη θεσμίσουμε μια διαδικασία για να τα διαπραγματευόμαστε σημαίνει απλά, ότι θα τα συζητάμε με άλλους τρόπους, δηλαδή κουτσομπολεύοντας, σχολιάζοντας και κατηγορώντας ανθρώπους πίσω από την πλάτη, φτιάχνοντας κλίκες. Οι συμπεριφορές αυτές μόνο προβλήματα και συγκρούσεις θα φέρουν.
Υπάρχουν πολλά με τα οποία θα κληθεί να καταπιαστεί η συνέλευση των συναισθημάτων. Άλλα μπορούμε να τα φανταστούμε, άλλα θα τα δούμε προχωρώντας: Κατ’ αρχάς είναι σημαντικό να αποτελέσει ένα πεδίο βαθύτερης επικοινωνίας και ανάπτυξης της ενσυναίσθησης: της ικανότητας να μπαίνεις στη θέση του άλλου, να βλέπεις την κατάσταση μέσα από τα μάτια του, να νιώθεις πώς αισθάνεται. Επιπλέον είναι ζωτικής σημασίας να γνωρίζουμε σε τι φάση (ζωής, υπαρξιακή κλπ) βρίσκεται καθένας και καθεμιά και να υπάρχει συμπάθεια (με την κυριολεκτική έννοια του συν-πάσχω), γιατί έτσι υπάρχει κατανόηση, αποδοχή και ζητάς από τον καθένα και την καθεμιά αυτά που μπορεί να δώσει. Από την άλλη, αν δεν υπάρχουν αυτά, κρατάμε όλοι από ένα μαστίγιο και η σκληρότητα περισσεύει. Περαιτέρω, η συνέλευση των συναισθημάτων θα είναι ένα πεδίο αποσυμπίεσης και διαφάνειας όπου οι παρεξηγήσεις, οι εντάσεις, και οι συγκρούσεις που προκύπτουν θα έρχονται στο φως για να διευθετούνται ώστε να μη συσσωρεύονται και γίνονται εκρηκτικές. Επίσης θα είναι το σημείο όπου θα δουλεύουμε τη δυναμική της ομάδας και θα μεριμνούμε ώστε να αποφεύγουμε το συλλογικό βάλτωμα. Προχωρώντας, είναι ανοιχτό στοίχημα το να καταφέρουμε να αποτελέσει ένα έδαφος όπου θα «βγάλουμε τις μάσκες». Όπου ο καθένας και η καθεμιά θα μιλήσει για το πώς βλέπει τον εαυτό του γενικά, αλλά και ειδικά μέσα στην κοινότητα. Όπου θα μιλάς για τα θετικά/ τις δυνάμεις σου χωρίς να φοβάσαι ότι θα σε πούνε ψώνιο και για τα αρνητικά σου/ τις αδυναμίες σου χωρίς να φοβάσαι ότι οι άλλοι θα τα χρησιμοποιήσουν για να σε πατήσουν. Όπου θα λέμε στον άλλον με ειλικρίνεια τα θετικά του και τα αρνητικά του, όχι για να τον κολακεύσουμε ή να τον γκρεμίσουμε, αλλά για να τον βοηθήσουμε να δει τον εαυτό του από μια άλλη σκοπιά και να εξελιχθεί. Αυτά είναι μερικά ενδεικτικά. Υπάρχουν σίγουρα και πολλά άλλα.
Γίνεται εμφανές ότι η συνέλευση των συναισθημάτων θα είναι άλλο ένα μάθημα. Θα χρειαστεί να μάθουμε να είμαστε ειλικρινείς, να υποστέλλουμε τις σημαίες του εγωισμού, να μη φοβόμαστε την αλήθεια και τη γνώμη των άλλων για εμάς, να εμπιστευόμαστε. Θα χρειαστεί επίσης να μάθουμε να μην κουτσομπολεύουμε και να έχουμε εχεμύθεια, γιατί αν πρόκειται όσα συζητιούνται στη συνέλευση να γίνονται βορά στα πηγαδάκια και τις καφενειακές συζητήσεις τότε η προσπάθεια θα είναι υπονομευμένη από την αρχή. Τέλος αναπόφευκτα θα είναι και αυτομόρφωση πάνω σε εργαλεία ψυχολογίας, επικοινωνίας και δυναμικής των ομάδων.
Η κοινότητα και ο κόσμος
Η σχέση της στεγαστικής κοινότητας με τον έξω κόσμο είναι άμεσα συνδεδεμένη με το πώς αντιλαμβανόμαστε τη θέση των εγχειρημάτων αυτών στον ευρύτερο αγώνα για την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση. Καθώς αγωνιζόμαστε για την απελευθέρωση των ζωών μας η δύναμή μας ξεδιπλώνεται με δύο κύριους τρόπους. Από τη μια με αγώνες ενάντια στην εκμετάλλευση και την καταπίεση στους τόπους και τους χρόνους όπου τις βιώνουμε και από την άλλη με το χτίσιμο αυτόνομων δομών και κοινών σε απελευθερωμένους χωροχρόνους. Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε τις δυο αυτές κινήσεις ως ενότητα και όχι ως δυο εναλλακτικές στρατηγικές. Η δύναμή μας βρίσκεται ακριβώς στην ύπαρξη και των δύο και στη διαλεκτική ενότητά τους. Οι δομές χωρίς τους αγώνες είτε θα ενσωματώνονταν σε ένα μοντέλο εναλλακτικής κρατικής-καπιταλιστικής διαχείρισης χάνοντας την επαναστατική τους προοπτική, είτε θα καταστέλλονταν, είτε θα κατέρρεαν σύντομα υπό το βάρος των αντιφάσεων που θα δημιουργούσε η αφόρητη εξωτερική πίεση του συστήματος. Από την άλλη οι αγώνες χωρίς τις αυτόνομες δομές, αφενός θα έχαναν το ζωτικό πεδίο της έμπρακτης αλλαγής της καθημερινής ζωής, αφετέρου θα ήταν δυσκολότερο να ξεκινήσουν καθώς θα έχαναν σημαντικά σημεία αναφοράς, συνάντησης, ιστορικής συνέχειας και μνήμης, συσπείρωσης ενεργών ανθρώπων που μπορούν να δράσουν ως καταλύτης στο ξεκίνημα του αγώνα.
Το να δούμε τη στεγαστική κοινότητα με αυτό τον τρόπο, σημαίνει όπως είπαμε και στην αρχή ότι όσοι και όσες θα συμμετέχουμε σε αυτήν συμμετέχουμε παράλληλα και σε κοινωνικούς αγώνες. Ότι στους τόπους και τους χρόνους που βιώνουμε εκμετάλλευση και καταπίεση επιδιώκουμε να συναντηθούμε και να αγωνιστούμε από κοινού με ανθρώπους που βιώνουμε την ίδια καθημερινότητα. Αυτός θα είναι ο δίαυλος ουσιαστικής επικοινωνίας με τον έξω κόσμο. Ουσιαστικής με την έννοια ότι μέσα από τις γνωριμίες και τις σχέσεις που διαμορφώνονται στους κοινούς αγώνες για τα καθημερινά ζητήματα, θα έχει προοπτική να τροφοδοτήσει τόσο κινήσεις για αντίστοιχα εγχειρήματα όσο και την ίδια την κοινότητα με νέα μέλη όταν και αν αυτή επιλέξει μια διεύρυνση. Είναι σημαντικό στους κοινωνικούς χώρους όπου δραστηριοποιούμαστε και αγωνιζόμαστε να μιλήσουμε για τις δυνατότητες και το πραγματοποιήσιμο της κατάληψης στέγης. Να πάψει αυτή να αποτελεί μια εξωτική/ανέφικτη επιλογή στα μυαλά όσων μοιραζόμαστε τα ίδια προβλήματα. Το στοίχημα είναι η κάθε υπάρχουσα στεγαστική κοινότητα να γίνει ένα σημείο αναφοράς και κυκλοφορίας τεχνογνωσίας μεταξύ όσων θα έβλεπαν τη ζωή τους σε τέτοια εγχειρήματα και θα ήθελαν να τα δημιουργήσουν.
‘Ένας δεύτερος τρόπος ουσιαστικής επικοινωνίας με άλλους ανθρώπους θα ήταν η σταδιακή κοινωνικοποίηση ορισμένων δομών της στεγαστικής κοινότητας. Για παράδειγμα η συλλογική κουζίνα θα μπορούσε από ένα σημείο και πέρα να ανοίξει και σε άλλο κόσμο. Βέβαια όσον αφορά την κοινωνικοποίηση δομών, είναι σημαντικό να μην αποτελεί μια βιαστική και επιπόλαιη κίνηση γιατί αυτό εύκολα μπορεί να οδηγήσει σε απορύθμιση και διάλυση. Είναι σημαντικό πριν η κοινότητα επιλέξει να κοινωνικοποιήσει μια δομή και να αυξήσει την πολυπλοκότητα να έχει καταφέρει αν μη τι άλλο να την κάνει να λειτουργήσει εύρυθμα για ένα χρονικό διάστημα στην πιο μικρή κλίμακα.
Από εκεί και πέρα η στεγαστική κοινότητα μπορεί περιοδικά να επιλέγει να μιλήσει δημόσια και με πιο παραδοσιακούς όρους πολιτικής καμπάνιας: κείμενα, αφίσες, εκδηλώσεις κλπ. Αναμφίβολα το να νομιμοποιηθούν κοινωνικά αυτά τα εγχειρήματα και να ανοίξει σταδιακά μια δημόσια συζήτηση γύρω από τις δυνατότητές τους είναι ένα ακόμη στοίχημα. Σε περιπτώσεις δημόσιου λόγου είναι πάντως σημαντικό να μιλάμε με όρους που να αφορούν και άλλους ανθρώπους και να μην αναπαράγουν διαχωρισμούς.
Τέλος, είναι σημαντικό να επιδιώκουμε τη διαμόρφωση σχέσεων με την άμεση γειτονιά του σπιτιού. Να μη μας αντιμετωπίζουν σαν εξωγήινους και να ανοίγουν δίοδοι επικοινωνίας. Αν μιλάμε ενάντια στην αποξένωση γιατί να μην ξεκινήσουμε από το άμεσο περιβάλλον; Επιπλέον οι καλές σχέσεις με τη γειτονιά είναι και μια ασπίδα παραπάνω απέναντι σε επιθέσεις και κατασταλτικές επιχειρήσεις ενώ μπορούν να συντελέσουν και στη συνάντηση σε κοινούς αγώνες σε βάθος χρόνου.
Ποιοι και ποιες
Από όλα τα παραπάνω γίνεται εμφανές ότι για να στηθεί κάθε τέτοιο εγχείρημα θα χρειαστεί δέσμευση, υπευθυνότητα και αφοσίωση. Επιπλέον αν θέλουμε να προχωρήσουμε σε υψηλότερα από τα στοιχειώδη επίπεδα μοιράσματος και επικοινωνίας, αυτό θα συμβεί μόνο σε βάθος χρόνου και σίγουρα δε θα βοηθήσει το να υπάρχει διαρκής ανακύκλωση των συμμετεχόντων. Οπότε είναι σημαντικό να μην βλέπουμε την προσπάθεια με όρους περιστασιακής λύσης.
Πρακτικά τέτοια εγχειρήματα μπορούν να φτιαχτούν από ανθρώπους οι οποίοι γνωριζόμαστε μέσα από τη συμμετοχή μας σε κοινωνικούς αγώνες και συνελεύσεις με ισότιμη οργάνωση και αδιαμεσολάβητη δράση σε επίπεδο καθημερινότητας, μοιραζόμαστε μια συναντίληψη, εμπιστευόμαστε ο ένας την άλλη και είμαστε ανοιχτοί και ανοιχτές στον πειραματισμό.
Οκτώβρης 2012
Υποβολή απάντησης