Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί την εισαγωγή που έγραψε ο Μπρους Στέρλινγκ για την, επιμελημένη απ’ τον ίδιο, συλλογή διηγημάτων Mirrorshades: The Cyberpunk Anthology που εκδόθηκε το 1986. Πρόκειται ταυτόχρονα για γενεαλογία, παρουσίαση και μανιφέστο του σάιμπερπάνκ ρεύματος, κι όλα αυτά μέσα σε λίγες μόνο σελίδες γεμάτες γυαλιστερά μπιχλιμπίδια. Μεταφράστηκε από τον not I και τον agesilaus santander τον Μάρτιο του 2016, επειδή τους άρεσε.
— ❦ —
Το βιβλίο αυτό παρουσιάζει μια σειρά από συγγραφείς που έγιναν γνωστοί τη δεκαετία που μας πέρασε. Η αφοσίωση τους στην κουλτούρα των 80s τους έχει σημαδέψει, ομαδικά, ως ένα νέο κίνημα στο χώρο της επιστημονικής φαντασίας.
Το κίνημα αυτό αναγνωρίστηκε ταχύτατα και του δώθηκαν διάφορες ταμπέλες: Radical Hard SF (Ριζοσπαστική Σκληρή ΕΦ), the Outlaw Technologists (οι Παράνομοι της Τεχνολογίας), the Eighties Wave (το Κύμα των 80s), the Neuromantics (οι Νευρομάντες – αναφορά στο βιβλίο-ορόσημο του είδους “Neuromancer”, του Γουίλιαμ Γκίμπσον, και ταυτόχρονα λογοπαίγνιο με τους Νεορομαντικούς), the Mirrorshades Group (η Ομάδα με τα Γυαλιά Καθρέφτες).
Από όλες τις ταμπέλες που κολλήθηκαν και ξεκόλλησαν κατά τη διάρκεια των πρώιμων 80s, μόνο μια κατάφερε να κολλήσει στ’ αλήθεια: το σάιμπερπάνκ.
Πολύ σπάνια θα δεις συγγραφέα να χαίρεται με κάποια ταμπέλα – ιδίως με μια που ακούει στο περίεργο όνομα “σάιμπερπάνκ”. Οι ταμπέλες στη λογοτεχνία συνήθως προξενούν αντιπάθεια με έναν περίεργο, διττό τρόπο: αυτοί που λαμβάνουν το χαρακτηρισμό νιώθουν ότι τους περιορίζει, και οι υπόλοιποι νιώθουν ότι έμειναν στην απέξω. Επίσης, σχεδόν πάντα, οι ομαδικές ταμπέλες σχεδόν ποτέ δεν κάνουν απόλυτα στα υποκείμενα που περιγράφουν, κι έτσι προκαλούν μια σταθερή φαγούρα. Είναι λογικό, λοιπόν, το γεγονός ότι ο “τυπικός σάιμπερπάνκ συγγραφέας” δεν υπάρχει – είναι μονάχα μια Πλατωνική ιδέα. Για εμάς τους υπόλοιπους, η ταμπέλα αυτή είναι ένα άβολο κρεβάτι του Προκρούστη, όπου δαιμονικοί κριτικοί περιμένουν να μας δέσουν, να μας πετσοκόψουν ή να μας τεντώσουν έτσι ώστε να χωρέσουμε.
Παρόλαυτά, είναι δυνατόν να γίνει μια σειρά γενικευτικών δηλώσεων για το σάιμπερπάνκ, και να αναγνωριστούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Θα το κάνω κι εγώ σε ένα λεπτό – παραείναι μεγάλος ο πειρασμός. Οι κριτικοί, εμού συμπεριλαμβανομένου, επιμένουν στο να μεταχειρίζονται ταμπέλες, παρόλους τους κινδύνους που ενέχει αυτό. Είμαστε αναγκασμένοι, γιατί αποτελούν μια έγκυρη πηγή πληροφοριών και μια ευκαιρία για εμβάθυνση – κι επίσης έχουν πολλή πλάκα.
Στα πλαίσια αυτού του βιβλίου, ευελπιστώ να παρουσιάσω μια πλήρη επισκόπηση του κινήματος σάιμπερπάνκ, συμπεριλαμβανομένων των απαρχών του, καθώς και του σημείου που βρίσκεται τώρα. Στόχος αυτής της συλλογής είναι να αποτελέσει για τους αναγνώστες μια ευρεία εισαγωγή στα δόγματα και τα θέματα του σάιμπερπάνκ. Θεωρώ αυτές τις ιστορίες ως δυνατά, χαρακτηριστικά παραδείγματα της δουλειάς του κάθε συγγραφέα μέχρι σήμερα. Απέφυγα ιστορίες που έχουν συμπεριληφθεί ήδη σε διάφορες ανθολογίες, έτσι ώστε ακόμα και αναγνώστες ταγμένοι στο είδος να ανακαλύψουν εδώ κάτι καινούριο.
Το σάιμπερπάνκ αποτελεί προϊόν της δεκαετίας του 1980 – κατά μια έννοια, όπως σκοπεύω να καταδείξω στη συνέχεια, το κυριότερο και χαρακτηριστικότερο προϊόν της. Οι ρίζες του, όμως, βρίσκονται βαθιά μέσα στην εξηνταετή παράδοση της μοντέρνας, δημοφιλούς επιστημονικής φαντασίας.
Οι σάιμπερπάνκς, ως ομάδα, είναι βουτηγμένοι στους μύθους και τις παραδόσεις του πεδίου της ΕΦ. Οι πρόγονοι τους είναι αμέτρητοι. Κάθε σάιμπερπάνκ συγγραφέας βέβαια διαφέρει ως προς τις επιρροές του – κάποιοι γηραιότεροι συγγραφείς όμως, πρόγονοι του σάιμπερπάνκ ίσως, αποτελούν βασικές, προφανείς επιρροές.
Το Νέο Κύμα: η δρομίσια ακρότητα του Χάρλαν Έλισον. Τα λαμπερά οράματα του Σάμουελ Ντελάνι. Η εύθυμη τρέλα του Νόρμαν Σπίνραντ, η ροκ αισθητική του Μάικλ Μούρκοκ, η διανοητική πυγμή του Μπράιαν Άλντις – και, πάντοτε, ο Τζ. Γκρ. Μπάλαρντ.
Η “σκληρότερη” παράδοση: η αποστασιοποιημένη, κοσμική οπτική γωνία του Όλαφ Στέιπλτον. Η επιστήμη και η πολιτική του Χ. Τζ. Γουελς. Οι αυστηρές, σκληρές αναζητήσεις των Λάρι Νάιβεν, Πούλ Άντερσον, Ρόμπερτ Χάινλάιν.
Τέλος, οι σάιμπερπάνκς διατηρούν πάντοτε ένα σημείο στην καρδιά τους για τους γνήσιους οραματιστές της ΕΦ: για την επινοητικότητα του Φίλιπ Χοσέ Φάρμερ, το μπρίο του Τζον Βάρλει, τα παιχνίδια με την πραγματικότητα του Φίλιπ Κ. Ντικ, τα σαρωτικά μπίτνικ τεχνολογικά οράματα του Άλφρεντ Μπέστερ. Και βέβαια διατηρούν μεγάλο θαυμασμό για έναν συγγραφέα του οποίου η ανάμειξη της τεχνολογίας και της λογοτεχνίας παραμένει αξεπέραστη: τον Τόμας Πύντσον.
Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του ’60 και του ’70, λόγω της επιρροής του τελευταίου κατονομασμένου “κινήματος” της ΕΦ, του Νέου Κύματος, ανέκυψε μια νέα ανησυχία για την λογοτεχνική επιδεξιότητα στην ΕΦ. Η πρόζα πολλών από τους σάιμπερπάνκς είναι δουλεμένη και εκλεπτυσμένη. Οι ίδιοι είναι εμμονικοί με το στυλ, και (σύμφωνα με κάποιους) ανησυχούν για τα το τι θεωρείται μοδάτο υπερβολικά. Σαν τους πανκς του ’77 όμως, είναι περήφανοι για την αισθητική τους. Τους αρέσει να αναμετριούνται με τον σκληρό πυρήνα της ΕΦ: τις ιδέες – γεγονός που τους συνδέει με την κλασική παράδοση της ΕΦ. Κάποιοι κριτικοί είναι της άποψης ότι το σάιμπερπάνκ αποσυνδέει την ΕΦ από τις επιρροές του μέινστριμ, όπως το πανκ, για παράδειγμα, έγδυσε το ροκ’ν’ρολ από τις συμφωνικές συνθέσεις του προγκρέσιβ ροκ του ’70. (Άλλοι βέβαια – αυστηροί, παραδοσιακοί θαυμαστές της “σκληρής” ΕΦ, καχύποπτοι απέναντι σε οποιαδήποτε έκφραση “υψηλής τέχνης” – διαφωνούν έντονα.)
Όπως και η πανκ μουσική, το σάιμπερπάνκ αποτελεί, κατά μια έννοια, την επιστροφή στις ρίζες. Οι σάιμπερπάνκς είναι ίσως η πρώτη γενιά της ΕΦ που μεγαλώνει όχι μονάχα μέσα στη λογοτεχνική παράδοση της επιστημονικής φαντασίας, αλλά και σε έναν αληθινά φουτουριστικό κόσμο. Για αυτούς, οι αναζητήσεις και οι παρεκτάσεις της κλασικής “σκληρής ΕΦ” δεν είναι μονάχα λογοτεχνικά εργαλεία, αλλά βοηθήματα για την καθημερινή τους ζωή. Είναι εργαλεία που οδηγούν στην κατανόηση του κόσμου και, ως τέτοια, είναι εξαιρετικά πολύτιμα.
Στην ποπ κουλτούρα, η πράξη έρχεται πρώτη – η θεωρία την ακολουθεί κουτσαίνοντας. Πριν από την εποχή των ταμπελών, το σάιμπερπάνκ ονομαζόταν απλά “το Κίνημα” – ένα χαλαρό δίκτυο μιας γενιάς φιλόδοξων νεαρών συγγραφέων που αντάλλαζαν γράμματα, χειρόγραφα, ιδέες, ενθουσιώδη κοπλιμέντα και σκληρή κριτική. Αυτοί οι συγγραφείς – ο Γκίμπσον, ο Ράκερ, ο Σάινερ, ο Σίρλει, ο Στέρλινγκ – βρήκαν την ενότητα μέσα στην κοινή τους θέαση του κόσμου, στα κοινά τους θέματα, ακόμα και σε συγκεκριμένα, περιέργως κοινά σύμβολα, που φαινόταν να ξεπηδάνε μέσα στα έργα τους με μια ζωή ολόδική τους. Για παράδειγμα, τα γυαλιά καθρέφτες.
Τα γυαλιά καθρέφτες αποτελούσαν τοτεμικό αντικείμενο του Κινήματος ήδη από τις μέρες του ’82. Οι λόγοι για αυτό δεν είναι δυσνόητοι: κρύβοντας τα μάτια, τα γυαλιά καθρέφτες εμποδίζουν τις δυνάμεις της κανονικότητας να διακρίνουν ότι αυτός που τα φοράει είναι τρελός και πιθανώς επικίνδυνος. Αποτελούν το σύμβολο του οραματιστή που κοιτάζει τον ήλιο, του μηχανόβιου, του ρόκερ, του μπάτσου, και άλλων παράνομων στοιχείων. Τα γυαλιά καθρέφτες, κατά προτίμηση από χρώμιο και μαύρο ματ (τα χρώματα του κινήματος), εμφανίζονταν σε αμέτρητες ιστορίες, σαν κάποιου είδους λογοτεχνικό παράσημο.
Αυτοί οι πρωτο-σάιμπερπάνκς ονομάζονταν για λίγο καιρό “η Ομάδα με τα Γυαλιά Καθρέφτες” (The Mirrorshades Group). Έτσι προκύπτει και ο τίτλος της ανθολογίας, ένας δικαιολογημένος φόρος τιμής σε ένα σύμβολο του Κινήματος. Άλλοι νεαροί συγγραφείς όμως, εξίσου ταλαντούχοι και φιλόδοξοι, άρχισαν να παράγουν έργα που τους συνέδεαν δίχως αμφιβολία με την καινούρια ΕΦ. Ήταν ανεξάρτητοι εξερευνητές, των οποίων η δουλειά αντανακλούσε κάτι εγγενές στη δεκαετία, στο πνεύμα της εποχής. Κάτι που είχε ξαμολυθεί μέσα στα 80s.
Κι έτσι, γενηθήτω “σάιμπερπάνκ” – μια ταμπέλα που κανείς τους δεν επέλεξε. Βέβαια ο όρος πλέον έχει εγκαθιδρυθεί, και μοιάζει δίκαιο, καθώς εκφράζει κάτι βασικό για τα έργα αυτών των συγγραφέων, κάτι βασικό για τη δεκαετία εν συνόλω: μια νέα μορφή ενσωμάτωσης. Την αλληλεπικάλυψη κόσμων που πριν ήταν ξεχωριστοί: το πεδίο της υψηλής τεχνολογίας, και το μοντέρνο αντεργκράουντ της ποπ κουλτούρας.
Αυτή η ενσωμάτωση αποτελεί την κύρια πηγή πολιτισμικής ενέργειας για τη δεκαετία μας. Τα έργα των σάιμπερπάνκς έχουν παράλληλα ανάλογα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της ποπ κουλτούρας των 80s: στα ροκ βιντεοκλίπ, στην κοινότητα των χάκερς, στην εκκωφαντική μουσική της χιπ χοπ, στο συνθεσάιζερ ροκ του Λονδίνου και του Τόκιο. Αυτό το φαινόμενο, αυτή η δυναμική, έχει παγκόσμια εμβέλεια – το σάιμπερπάνκ είναι η λογοτεχνική της ενσάρκωση.
Σε μια άλλη εποχή, αυτός ο συνδυασμός μπορεί να φαινόταν τραβηγμένος και ψεύτικος. Παραδοσιακά, υπάρχει ένα τεράστιο πολιτισμικό χάσμα ανάμεσα στις επιστήμες και τις ανθρωπιστικές σπουδές: ένα χάσμα ανάμεσα στον λογοτεχνικό κόσμο, τον κόσμο της τέχνης και της πολιτικής, και την κουλτούρα της επιστήμης, τον κόσμο της μηχανικής και της βιομηχανίας.
Το χάσμα όμως καταρρέει απροσδόκητα. Ο τεχνολογικός πολιτισμός έχει ξεφύγει. Η πρόοδος των επιστημών είναι τόσο βαθιά ριζοσπαστική, τόσο τρομαχτική, ανησυχητική και επαναστατική, που δεν μπορεί να συγκρατηθεί πλέον. Διαχέεται στην υπόλοιπη κουλτούρα, εισβάλει, ξαφνικά βρίσκεται παντού. Οι παραδοσιακές δομές εξουσίας, οι παραδοσιακοί θεσμοί, έχουν χάσει τον έλεγχο του ρυθμού της αλλαγής.
Ξαφνικά προκύπτει μια νέα συμμαχία: μια ενσωμάτωση της τεχνολογίας στην αντικουλτούρα των 80s. Μια ανίερη συμμαχία του τεχνικού κόσμου και του κόσμου της οργανωμένης άρνησης – του υπόγειου κόσμου της ποπ κουλτούρας, της οραματικής ρευστότητας, της αναρχίας στους δρόμους.
Η αντικουλτούρα των 60s ήταν αγροτική, ρομαντικοποιημένη, αντι-επιστημονική, αντι-τεχνολογική. Στην καρδιά της όμως ελόχευε πάντοτε μια αντίφαση, η οποία συμβολίζεται από την ηλεκτρική κιθάρα. Η τεχνολογία της ρόκ βρισκόταν πάντα στην κόψη του ξυραφιού. Καθώς τα χρόνια πέρασαν, έγινε όλο και πιο εξελιγμένη, και επεκτάθηκε στο βίντεο υψηλής ανάλυσης, στη δορυφορική τηλεόραση, στα γραφικά των υπολογιστών. Κατ’ αυτό τον τρόπο, γυρίζει τα μέσα έξω στην επαναστατική ποπ κουλτούρα, με αποτέλεσμα πλέον οι καλλιτέχνες στην κόψη του ξυραφιού της ποπ να είναι και υπερεξειδικευμένοι τεχνικοί σε προσφορά. Μάγοι των ειδικών εφέ, ειδικοί στη μίξη δίσκων, χάκερς, που προέρχονται από τα Νέα Μέσα και αφήνουν έκθαμβη την κοινωνία με φαντασμαγορικές, ψυχεδελικές υπερβολές, όπως τα ειδικά εφέ στο σινεμά. Η αντίφαση έγινε ενσωμάτωση.
Και τώρα που η τεχνολογία έχει φτάσει ένα σημείο αιχμής, η επιρροή της διαφεύγει οποιουδήποτε ελέγχου και φτάνει στο δρόμο. Όπως παρατηρεί ο Άλβιν Τόφλερ, στο βιβλίο του ‘Το Τρίτο Κύμα’ -που αποτελεί κάτι σαν Βίβλο για πολλούς σάιμπερπάνκς – η τεχνολογική επανάσταση που επανασχηματίζει την κοινωνία μας δεν βασίζεται στην ιεραρχία, αλλά στην αποκέντρωση, δεν βασίζεται στην ακαμψία, αλλά στη ρευστότητα.
Τα κύρια είδωλα της ποπ κουλτούρας αυτής της δεκαετίας είναι ο χάκερ και ο ρόκερ, και το σάιμπερπάνκ είναι κατά κύριο λόγο ένα ποπ φαινόμενο: ξαφνικό, γεμάτο ενέργεια, κοντά στις ρίζες του. Το σάιμπερπάνκ έρχεται από το πεδίο εκείνο όπου ο χάκερ και ο ρόκερ συναντιούνται, ένα πολιτισμικό τρυβλίο Πέτρι όπου ενώνονται διαφορετικά, ηλεκτρισμένα γονίδια. Κάποιοι βρίσκουν τα αποτελέσματα παράξενα, ακόμα και τερατώδη – για άλλους αυτή η ένωση αποτελεί μια ισχυρή πηγή ελπίδας.
Η επιστημονική φαντασία – σύμφωνα με το επίσημο δόγμα της, τουλάχιστον – αφορούσε πάντα τις συνέπειες της τεχνολογίας. Τα πράγματα όμως έχουν αλλάξει από την άνετη εποχή του Χιούγκο Γκέρνσμπακ, τότε που η Επιστήμη φυλασσόταν – και περιοριζόταν – σαν ιερό κειμήλιο. Η απρόσεκτη τεχνοφιλία εκείνων των ημερών ανήκει σε μια εξαφανισμένη, βραδυκίνητη εποχή, όταν η αυθεντία διατηρούσε ακόμα ένα ασφαλές ποσοστό ελέγχου.
Για τους σάιμπερπάνκς, αντίθετα, η τεχνολογία είναι ζωτική, σωματική. Δεν είναι το παγιδευμένο τζίνι υπό τον έλεγχο αποστασιοποιημένων, ψυχρών επιστημόνων – είναι διάχυτη και εξαιρετικά οικεία. Δεν είναι έξω από μας, αλλά δίπλα μας. Κάτω από το δέρμα μας – μερικές φορές, ακόμα και μέσα στο μυαλό μας.
Και η ίδια η τεχνολογία έχει αλλάξει. Δεν είναι για μας πλέον τα θαύματα του παρελθόντος που έφτυναν ατμό: το Φράγμα Χούβερ, το Εμπάιρ Στέιτ Μπίλντινγκ, το πυρηνικό εργοστάσιο. Η τεχνολογία των 80s κολλάει στο δέρμα, αντιδρά στο άγγιγμα: ο προσωπικός υπολογιστής, το Γουώκμαν της Sony, το κινητό τηλέφωνο, οι απαλοί φακοί επαφής.
Συγκεκριμένα μοτίβα, κεντρικά στις αφηγήσεις, συναντώνται διαρκώς στο σάιμπερπάνκ. Το θέμα της εισβολής στο σώμα: προσθετικά μέλη, ενσωματωμένα κυκλώματα, πλαστική χειρουργική, γενετική τροποποίηση. Το ακόμα ισχυρότερο θέμα της εισβολής στο μυαλό: νευροχημεία, τεχνητή νοημοσύνη, πρόσβαση των υπολογιστών στον εγκέφαλο – τεχνικές που επαναπροσδιορίζουν ριζοσπαστικά την έννοια της ανθρωπότητας, την έννοια του εαυτού.
Όπως έδειξε ο Νόρμαν Σπίνραντ στο δοκίμιό του για το σάιμπερπάνκ, πολλά ναρκωτικά, όπως και το ροκ εν ρολ, αποτελούν τέλεια χάι-τεκ προϊόντα. Καμιά Μητέρα Γη της αντικουλτούρας δεν μας έδωσε το λυσεργικό οξύ – φτιάχτηκε σ’ ένα εργαστήριο της Sandoz, κι όταν απέδρασε από εκεί ξεχύθηκε σε κάθε μήκος και πλάτος της κοινωνίας σαν πυρκαγιά. Καθόλου τυχαία, ο Τίμοθι Λήρι ανακύρηξε τους προσωπικούς υπολογιστές ως “το LSD των 80s” – αμφότερα είναι τεχνολογίες με τρομακτικά ριζοσπαστικές δυνατότητες. Και ως τέτοια, αποτελούν σταθερά σημεία αναφοράς για το σάιμπερπάνκ.
Οι σάιμπερπάνκς, όντας κι οι ίδιοι υβριδικοί, σαγηνεύονται από τις ενδιάμεσες ζώνες: τους τόπους όπου, με τα λόγια του Γουίλιαμ Γκίμπσον, “ο δρόμος βρίσκει νέες, δικές του χρήσεις για τα πράγματα”. Το χαοτικό, ανεξέλεγκτο γκραφίτι στους δρόμους, γεννημένο από το κλασικό βιομηχανικό τεχνούργημα, το σπρέι. Οι ανατρεπτικές δυνατότητες του οικιακού εκτυπωτή. Η μουσική με σκρατς, της οποίας οι εφευρέτες από τα γκέτο μετατρέπουν τον ίδιο τον φωνόγραφο σε μουσικό όργανο, παράγοντας μια αρχετυπικά 80s μουσική, όπου το φανκ συναντάει την cut-up μέθοδο του Μπάροουζ. “It’s all in the mix” – κι αυτό ισχύει για ένα μεγάλο μέρος της τέχνης των 80s, ενώ είναι εφαρμόσιμο τόσο στο σάιμπερπάνκ όσο και την πανκ mix-and-match ρετρό μόδα και την πολυκάναλη ψηφιακή ηχογράφηση.
Τα 80s είναι μια εποχή επαναξιολόγησης, ενσωμάτωσης, υβριδοποιημένων επιρροών, παλιών ιδεών που ταρακουνήθηκαν και επανερμηνεύτηκαν μέσα από μια πιο εκλεπτυσμένη κι ευρύτερη προοπτική. Οι σάιμπερπάνκς στοχεύουν σε μια ευρεία, παγκόσμια οπτική γωνία.
Ο Νευρομάντης του Γουίλιαμ Γκίμπσον, η αδιαμφισβήτητη πεμπτουσία του σάιμπερπάνκ μυθιστορήματος, διαδραματίζεται στο Τόκυο, την Ιστάνμπουλ, το Παρίσι. Η Frontera του Λιούις Σάινερ περιλαμβάνει σκηνές στη Ρωσία και το Μεξικό – όπως και στην επιφάνεια του Άρη. Η Έκλειψη του Τζον Σίρλεϊ περιγράφει μια Δυτική Ευρώπη σε αναβρασμό. Η Μουσική του Αίματος του Γκρεγκ Μπέαρ έχει παγκόσμια, ακόμα και συμπαντική εμβέλεια.
Τα εργαλεία της παγκόσμιας ενσωμάτωσης – το δορυφορικό δίκτυο των μήντια, η πολυεθνική επιχείρηση – γοητεύουν τους σάιμπερπάνκς και εμφανίζονται σταθερά στα έργα τους. Το σάιμπερπάνκ έχει ελάχιστη υπομονή με τα σύνορα. Το περιοδικό SF Magazine του Χαγιακάβα στο Τόκυο ήταν το πρώτο έντυπο που εξέδωσε ένα αποκλειστικά σάιμπερπάνκ τεύχος, το Νοέμβριο του 1986. Το πρωτοποριακό Βρετανικό περιοδικό ΕΦ Interzone επίσης είναι φυτώριο σάιμπερπάνκ δραστηριότητας, δημοσιεύοντας έργα των Σίρλεϊ, Γκίμπσον και Στέρλινγκ, αλλά και μια σειρά από ρηξικέλευθα editorial, συνεντεύξεις και μανιφέστα. Η παγκόσμια αναγνώριση είναι κάτι περισσότερο από ένα απλό άρθρο πίστης για τους σάιμπερπάνκς: είναι μια μελετημένη επιδίωξη.
Τα σάιμπερπάνκ έργα χαρακτηρίζονται από την οραματική τους ένταση. Οι συγγραφείς τους εκτιμούν το αλλόκοτο, το σουρεαλιστικό, το μέχρι πρότινος αδιανόητο. Είναι πρόθυμοι – δεν κρατιούνται, θα λέγαμε – να πάρουν μια ιδέα και να την ωθήσουν δίχως δισταγμό πέρα από τα όριά της. Όπως κι ο Μπάλαρντ – είδωλο για πολλούς σάιμπερπάνκς – συχνά επιστρατεύουν μια ψυχρή, σχεδόν κλινική αντικειμενικότητα. Πρόκειται για μια ψυχρή αντικειμενική ανάλυση, μια τεχνική δανεισμένη απ’ την επιστήμη, κι έπειτα εφαρμοσμένη στη λογοτεχνία με στόχο καθαρά την κλασική πανκ πρόκληση σοκ.
Αυτή η οραματική ένταση συνοδεύεται από μια ισχυρή συγκέντρωση φαντασίας. Το σάιμπερπάνκ είναι ευρέως γνωστό για την υπαινικτική χρήση της λεπτομέρειας, την προσεκτικά κατασκευασμένη πολυπλοκότητα, την προθυμία να εισάγει την εικασία στο πετσί της καθημερινής ζωής. Προτιμάει τα στριμωγμένα, αδρά, ζαλιστικά ξεσπάσματα πληροφορίας, την αισθητηριακή υπερφόρτωση που βυθίζει τον αναγνώστη στο λογοτεχνικό αντίστοιχο του “ηχητικού τείχους” στο σκληρό ροκ.
Το σάιμπερπάνκ είναι η φυσική επέκταση στοιχείων που ήταν ήδη παρόντα στην επιστημονική φαντασία – στοιχεία που μερικές φορές ήταν κρυμένα, αλλά πάντοτε έβραζαν από δυνατότητες. Το σάιμπερπάνκ αναδύθηκε μέσα από την ΕΦ, δεν είναι εισβολή αλλά σύγχρονη αναμόρφωση. Λόγω αυτού, η επίδρασή του μέσα στην ΕΦ είναι μέχρι στιγμής ισχυρή και ραγδαία.
Το μέλλον του είναι ένα ανοιχτό ερώτημα. Όπως οι καλλιτέχνες του πανκ και του νιού γουέηβ, ίσως κι οι σάιμπερπάνκ συγγραφείς, καθώς εξελίσσονται, σύντομα κινήσουν ταυτόχρονα προς πολλές διαφορετικές κατευθύνσεις.
Καμία ταμπέλα δεν φαίνεται ικανή να τους κρατήσει για πολύ ακόμα. Η επιστημονική φαντασία βρίσκεται σήμερα σε μία σπάνια κατάσταση ζυμώσεων. Ίσως το υπόλοιπο της δεκαετίας μας αποκαλύψει μια επιδημία κινημάτων, των οποίων θα ηγείται η όλο και πιο εκρηκτική γενιά των 80s. Οι 11 παρόντες συγγραφείς είναι μόνο ένα μικρό κομμάτι αυτού του συγγραφικού ρεύματος, κι η ομάδα ως σύνολο ήδη παρουσιάζει σημάδια αξιοσημείωτης μαχητικότητας και τσαμπουκά. Τσιτωμένοι από τη νέα δυναμική της ΕΦ, οι συγγραφείς συζητούν, επανεξετάζουν, διδάσκουν νέα κόλπα σε παλιά δόγματα. Στο μεταξύ, οι σάιμπερπάνκ ρυτιδώσεις συνεχίζουν να επεκτείνονται στην υδάτινη επιφάνεια – κάτι που μερικούς τους ενθουσιάζει, άλλους τους προκαλεί και κάποιους τους εξοργίζει, οδηγώντας τους σε κατάκοπες αποδοκιμασίες που δεν βρίσκουν ακόμα αρκετα ευήκοα ώτα.
Το μέλλον παραμένει άγραφο, όχι όμως λόγω απουσίας προσπάθειας να γραφτεί.
Κι αυτή είναι η τελευταία ιδιορρυθμία της γενιάς μας στην ΕΦ – ότι για μας η λογοτεχνία του μέλλοντος έχει ένα μακρύ και ένδοξο παρελθόν. Ως συγγραφείς, έχουμε χρέος στους προκατόχους μας, τους συγγραφείς εκείνους που η αποφασιστικότητα, η δέσμευσή και το ταλέντο τους μας στιγμάτισαν και αληθινά μας άλλαξαν τη ζωή μας. Τέτοια χρέη δεν μπορούν ποτέ να ξεπληρωθούν, μόνο να αναγνωριστούν και, ας ελπίσουμε, να μεταδοθούν σ’ αυτούς που πρόκειται να ακολουθήσουν.
Και τώρα, ας αρχίσει το σόου.
Υποβολή απάντησης