Η ιστορία που ακολουθεί για την οποία θα μιλήσω σε πρώτο πρόσωπο, δυστυχώς, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κοινότoπη και στο πνεύμα της εποχής της. Αρχικά, μετείχα στην εργατική ομάδα που φτιάχτηκε από συναδέλφ@ς που εργάζονταν στον Ελευθερουδάκη με το που έγιναν οι πρώτες απολύσεις το 2011, στη συνέχεια απολύθηκα στοχευμένα και ακολούθως απαίτησα την επαναπρόσληψή μου, μεταξύ άλλων αιτημάτων, μέσω μια σειράς δράσεων που εκπορεύονταν και στηρίζονταν από τον Σύλλογο Βιβλίου Χάρτου, στον οποίο ήμουν από τα πριν μέλος.
Η όλη εικόνα της ιστορίας περιλαμβάνει μια εύστοχη και καθόλα προφητική ανάλυση της βραχύβιας Πρωτοβουλίας Εργαζομένων & Απολυμένων στον Ελευθερουδάκη, εύστοχες και άστοχες κινήσεις και αναλύσεις εκ μέρους του ΣΥΒΧΑ, μια άρνησή μου να γίνει επερώτηση για την υπόθεση της απόλυσής μου στη Βουλή από πλευράς βουλευτή που ανήκε τότε στο σημερινό κυβερνών κόμμα, μια ελλιπής μαζικότητα σε όλες τις κινήσεις έξω από το μαγαζί, μια σειρά «ατυχών» και λιπόψυχων στάσεων εκ μέρους ορισμένων πρώην συναδέλφ@ν στο εν λόγω μαγαζί με κατά τ’ άλλα κινηματικό παρελθόν στις πλάτες τους και στήριξη άλλων στο πρόσωπό μου εντός του ίδιου χώρου εργασίας με ίχνος πολιτικού ιστορικού από την πλευρά τους.
Καθώς όλα αυτά αφορούν το όχι και τόσο μακρινό, χρονικά αλλά και ως πραγματικότητα, 2011, θεωρώ ότι οφείλω να αναφερθώ στην αποδοχή του αγώνα εκ των έσω. Αρχικά, η στάση μου να μη δεχτώ την απόλυσή μου μοιρολατρικά αποτελεί μια φυσική επιλογή που εύκολα μπορεί να γίνει (και γίνεται) οικειοποιήσιμη από κόσμο που βιώνει παρόμοιες εργασιακές καταστάσεις, όπως αυτή για την οποία κάνω λόγο. Λόγω αυτού, θα ήταν ηλίθιο να προτάξω τη συγκεκριμένη πολιτική ταυτότητά μου στα περιεχόμενα του συγκεκριμένου αγώνα, καθώς, όπως φάνηκε και στην πορεία, σημασία δεν έχει τι δηλώνεις, αλλά τι πράττεις, όπως επίσης πώς προσεγγίζεις τα απτά καθημερινά ζητήματα, όχι δηλαδή ως μέλος μιας παράταξης ή ενός συγκεκριμένου πολιτικού χώρου, αλλά ως ένας από αυτ@ς που ζει και εργάζεται εντός ενός ευρέος κοινωνικού πεδίου. Λόγω αυτών, σύντροφ@ μου που δεν είχαν μια σταθερή ενασχόληση με τα εργασιακά ζητήματα αδιαφόρησαν παντελώς για τον συγκεκριμένο αγώνα. Από την άλλη πλευρά, και καθώς μιλάμε για την εποχή που εμφανίστηκε στο προσκήνιο το κίνημα των αγανακτισμένων, υπερίσχυσε η άποψη στον σύλλογο να πέσει το βάρος εκεί που «όλα παιζόντουσαν» και όχι σε κινήσεις σαφώς μικρότερου βεληνεκούς , αλλά μεγαλύτερης εν τέλει αξίας.
Η όλη ιστορία ουσιαστικά κλείνει την εποχή που τα πάντα κατέρρεαν στον εργασιακό χώρο του Ελευθερουδάκη, όπως ακριβώς είχε προβλεφθεί από την πλευρά μας, καθώς δεν υπήρχε καμία αντίσταση εντός του εναντίον των πλάνων της εργοδοσίας , με την κίνηση κάποιου κόσμου που δεν είχε καν ασχοληθεί με τον αγώνα για την επαναπρόσληψή μου ή τις υπόλοιπες απολύσεις να πλησιάζει τον σύλλογο στην τότε φάση για την ικανοποίηση των δικών τους αιτημάτων. Εύλογη ήταν η αμηχανία του συλλόγου, αλλά και η τελική του στήριξη των τελευταίων, μιας και θύμιζε απόλυτα τις πολλές άλλες περιπτώσεις συναδελφ@ν στον χώρο του βιβλίου που είχαν ουδέτερη ή και αρνητική στάση απέναντι στο σωματείο όταν δεν είχαν πρόβλημα με τα αφεντικά τους, αλλά στον καιρό της κρίσης χτυπούσαν ταπεινά την πόρτα του. Η συνέχεια σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις είναι γνωστή, με αυτό τον κόσμο μετά την ικανοποίηση ή μη των αιτημάτων του να πηγαίνει σπίτι του, κανένας αγώνας να μη συνδέεται με κάποιον άλλο παραπλήσιο και το (κάθε) σωματείο να αποδυναμώνεται.
Ο χώρος της πολιτικής, όμως, δεν είναι μια χάραξη τακτικών και κινήσεων με βάση τις απόψεις μας, αλλά κυρίως αποτελεί μια διαλεκτική με τη σκληρή πραγματικότητα. Μπορεί να μην επαναπροσλήφθηκα, όπως άλλωστε προβλεπόταν καθώς απέναντι μου είχα μια βαρόνη των μεγαλοκαταστηματαρχών, αλλά τη δίκη που έγινε ερήμην της αντίπαλης πλευράς την κέρδισα κατά κράτος. Τα χρήματα που μου οφείλουν μετά την απόφαση ποτέ δεν μου καταβλήθηκαν, η επιχείρηση ακόμη και ως σήμερα και παρά το σούσουρο περί κλεισίματός της συνεχίζει να υπάρχει απασχολώντας πέντε υπαλλήλους και περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να επανεμφανιστεί δυναμικά στο προσκήνιο. Προς αυτή την κατεύθυνση υπήρξε έφεση από πλευράς της πάνω στην πρωτόδικη απόφαση και την Τρίτη 5.12 έγινε το Εφετείο, χωρίς όμως ο μάρτυρας της υπεράσπισης να ρίξει περισσότερο «φως» στην υπόθεση.
Εκτός εξαιρετικά σπάνιου απροόπτου, αυτό είναι και το τελευταίο δικαστικό επεισόδιο της ιστορίας, με το μόνο που μένει προφανώς να είναι η τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου σε μερικούς μήνες. Προς το παρόν υπάρχουν τα δικαστικά έξοδα για την κάλυψη των οποίων ευελπιστώ να γίνει μια κίνηση που θα δημοσιοποιηθεί ως έχει. Πέραν αυτής, είναι ευπρόσδεκτη κάθε οικονομική συμβολή ασχέτως μεγέθους ώστε να καλυφθεί όσο γίνεται το ποσό που οφείλεται στους δικηγόρους.
Χ.Α.
Υποβολή απάντησης