Ζώντας σε αυτή τη «νέο – Βικτωριανή» εποχή, νομίζεις πως τ’ αφεντικά θέλουν να σε κάνουν να πιστέψεις πως είναι μικροί Θεοί με αποκλειστικά δικαιώματα επί της άθλιας επιβίωσης που έχουν υποβάλλει στους υποτακτικούς τους, τους εργαζόμενους. Ειδικότερα όμως σε «χώρους» που τα αφεντικά πουλάνε και αγοράζουν «πνευματικά αγαθά – προϊόντα», η γκάμα των τρόπων εκμετάλλευσης αλλάζει ανάλογα με την θέση που έχει η κάθε επιχείρηση στον εκδοτικό χώρο και σχετικά με το πόσο αντιπροσωπεύει την υψηλή, τη μαζική, την οποιαδήποτε κουλτούρα.
Αυτοί οι τρόποι εκμετάλλευσης συνδέονται άμεσα και με το εκάστοτε «φαντασιακό» του εργοδότη για τον εαυτό του και την ευγενή τάξη του (ειδικά για τους εκδότες και βιβλιοπώλες, αυτό έχει και μία «αύρα» πνεύματος). Απαιτούν και επιβάλλουν διάφορα στυλ και «φόρμες» λειτουργικής (για αυτούς και τις επιχειρήσεις τους) συμπεριφοράς, διάφορες νόρμες αξιολόγησης, ελέγχου και πειθάρχησης στο προσωπικό τους. Επίσης, καθορίζουν τις βασικές αρχές του ανταγωνισμού μεταξύ των εργαζομένων τους.
Αυτό φαίνεται ιδιαίτερα όταν πρόκειται να περάσει κάποιος υποψήφιος τον Γολγοθά των συνεντεύξεων και των κανιβαλικών τους αξιολογήσεων. Αυτή την εποχή της κρίσης λοιπόν, που είναι περισσότεροι οι άνεργοι οι οποίοι διαγκωνίζονται για μία κακοπληρωμένη θέση με τις χειρότερες συνθήκες εργασίας και με πολύ χαμηλούς τους γενικότερους όρους ύπαρξης τριγύρω μας, οι περισσότεροι εργαζόμενοι προσπαθούν να κρατηθούν στην δουλειά τους με κάθε κόστος απέναντι στο αφεντικό και αρκετές υποχωρήσεις σχετικά με τις συλλογικές ταξικές διεκδικήσεις.
Οι εκδόσεις GUTENBERG που είναι γνωστές για το «επίπεδο» των επιλογών και το ακαδημαϊκό προφίλ τους, πρωτοτυπούν και σε αυτό το περιβάλλον της κρίσης. Ενώ οι υπόλοιποι εκδότες, για την επιλογή ενός εξωτερικού πωλητή θα τον εξουθενώσουν με συνεχόμενες συνεντεύξεις – εκθέσεις μάνατζμεντ, μάρκετινγκ, ανθρωπο-διοίκησης κλπ, οι βαθύτατα πνευματώδεις αυτοί εκδότες/αρωγοί της πνευματικής ανάπτυξης του τόπου μας, βρήκαν κάποιον καλύτερο τρόπο για να αξιολογήσουν τους υποψήφιους πωλητές τους. Να δίνουν λοιπόν αυτοί οι υποψήφιοι «λιγούρηδες», γραπτές εξετάσεις με θέμα:
«Η συμβολή της ανάγνωσης του ποιοτικού βιβλίου στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας»…
…και τι να πει κάποιος εχέφρων για την κατάντια και την ακαδημαϊκή ξεφτίλα τους, που για να μπορέσει να δουλέψει κανείς άνεργος ως εξωτερικός πωλητής «ποιοτικών βιβλίων» πρέπει να διαθέτει κρίση (εκτός φυσικά και των πτυχίων, του προφίλ και της προϋπηρεσίας) για τις δοσοληψίες κράτους και αφεντικών και τα σχετικά αποδεικτικά θεωρήματα για όλα όσα συνδέονται με την συνολικότερη μεθόδευση στην κρατική και ιδιωτική εκπαίδευση, τις βιβλιοθήκες – μίζες, τις γενικότερες και ειδικότερες εκδόσεις για τους μαθητές, σπουδαστές, φοιτητές και τους διάφορους ειδικούς, μαζί και με τους γενικότερους καταναλωτές τους. Για να μπορεί κάποιος να πουλάει σε βιβλιοπωλεία της Αθήνας και της επαρχίας, βιβλία των Πεσσόα, Νίτσε, Τ. Μαν, κ.α., μαζί με επιστημονικά συγγράμματα και βιβλία θα πρέπει να γνωρίζει, πως στην «ιστορία του μέλλοντός» του θα κρίνεται από το αφεντικό με τον τρόπο που θέλει αυτό.
Στον αντίποδα όμως της παραπάνω περίπτωσης των μεγάλων εκδοτών που εμπορεύονται υψηλή κουλτούρα, μεγάλες διασυνδέσεις κλπ, βρίσκονται οι χειρότερες περιπτώσεις των κάθε λογής καταστημάτων bazaar βιβλίου (Ιανός, mega bazaar, nakas book bazaar, public, Ποθητός κλπ) που φυτρώνουν σαν μανιτάρια κάθε μέρα.
Όλοι αυτοί οι τύποι έχουν εκμεταλλευθεί πλήρως την κρίση που έριξε την τιμή του βιβλίου που (συνήθως) παρέχεται σαν απόθεμα στοκ και πουλάνε τρελά – με ποσοστά κέρδους πολύ μεγάλα. Για τους εργαζόμενους εδώ, τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα αφού έχουν να αντιμετωπίσουν αυθαιρεσίες και υπερβολές αρκετά κραυγαλέες. Όπως συνεχόμενα τεστ αξιολόγησης για όλα τα υπερβολικά στα οποία καλούνται να είναι συνεπείς. Μιλάμε για τεστ στους υπολογιστές, στην εταιρική μορφή, στα προϊόντα και στον εταιρικό ανταγωνισμό, συνεχόμενα, απλήρωτα και εκτός ωραρίου. Επίσης η πλειοψηφία των εν λόγω εταιρειών επιβάλει ατομικές συμβάσεις εξαήμερης εργασίας και ελαστικών ωραρίων που δεν αναγνωρίζουν επιδόματα και προσαυξήσεις. Αλλά συνδυάζονται με εκβιαστικούς όρους που αφορούν τον τόπο εργασίας και ποινικές ρήτρες για τα «μυστικά» της εταιρείας. Φυσικά η αμοιβή για όλα τα παραπάνω διαμορφώνεται, στην καλύτερη των περιπτώσεων, στα κατώτατα όρια της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, ενώ υπάρχει και το σενάριο απουσίας σύμβασης ή μη δήλωσης ενός μέρους του μηνιαίου μισθού, με ότι αυτό συνεπάγεται.
‘Όσον αφορά την διασφάλιση της ευλαβικής τήρησης του ημερήσιου πρωτοκόλλου εργασιών που επιβάλλεται από τους εργοδότες προς τους εργαζόμενους, έχουν επινοηθεί διάφοροι τρόποι (επόπτες, mystery shoppers, κάμερες, η ανάσα του αφεντικού) που όλοι όμως συγκλίνουν στο εξής: κάθε εργαζόμενος είναι επιτηρούμενος και υπεύθυνος να δίνει λόγο για οτιδήποτε θελήσει ο εργοδότης και οι σαδιστές μανατζεράδες σύμβουλοι του για την εύρυθμη –όπως την ορίζουν- λειτουργία της επιχείρησης τους.
Το πρόβλημα εδώ, εντοπίζεται και στην γενικότερη στάση αρκετών εργαζομένων που έχουν αφομοιώσει – προσαρμόσει τον προσανατολισμό και την στάση ζωής τους πάνω στους στόχους και το κέρδος του αφεντικού. Δηλαδή, π.χ. μπορεί να δουλεύουν ώρες παραπάνω απλήρωτα, εκβιάζοντας με την στάση τους και τους υπόλοιπους σε αυτήν την τακτική ή να καθαρίζουν τουαλέτες και να κάνουν γενική καθαριότητα, εξωτερικές δουλειές, ταμείο στο τέλος της βάρδιας και λογιστικές εργασίες καταγραφών οικονομικών στοιχείων, τιμολογίων κλπ, χωρίς αυτά να προβλέπονται στη σύμβασή τους και φυσικά χωρίς να πληρώνονται. Αρκετοί από αυτούς, έχουν καταπιεί τους χειρότερους εργασιακούς όρους και τις συνθήκες σκληρής εντατικοποίησης στον ημερήσιο όγκο εργασιών κανονικά και με το χρονόμετρο, μαζί και με την απειλή της απόλυσης για κάθε άρνηση στις ακραίες απαιτήσεις των από πάνω.
Όπως λένε όμως και τα διάφορα νεοφιλελεύθερα τσιράκια των αφεντικών: «η κρίση γεννάει ευκαιρίες». Αυτό που δεν εξηγούν ωστόσο, είναι ότι αυτές οι «ευκαιρίες» δεν έρχονται από τον ουρανό αλλά οικοδομούνται πάνω σε στυγνή εργασιακή εκμετάλλευση. Ο χώρος του ξενόγλωσσου βιβλίου είναι η πιο χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση τα τελευταία χρόνια μέσα στον γενικό χώρο του βιβλίου. Η εισαγωγή και εμπορία ξενόγλωσσου βιβλίου μετατράπηκε σταδιακά στην Ελλάδα, από ολιγοπώλιο σε σχεδόν μονοπώλιο, με πρώην μεγάλες εταιρίες να κλείνουν (Ευσταθιάδης, Απόλλωνας) και πρώην μεσαίες (Τσιγαρίδας) να αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς. Δεν είναι τυχαίο ότι στην ταχύτερα αναπτυσσόμενη επιχείρηση στον χώρο του βιβλίου τα τελευταία χρόνια, τον Τσιγαρίδα, επικρατούν ίσως οι χειρότερες εργασιακές συνθήκες στον χώρο αυτό.
Έτσι, ενώ υπογράφεις ατομική σύμβαση πενθήμερου – οκτάωρου, σου διατυπώνεται ξεκάθαρα από την αρχή ότι «εδώ δουλεύουμε καθημερινά εννιάωρο και δυο Σάββατα το μήνα». Αυτό το ωράριο βέβαια ισχύει για την υπόλοιπη περίοδο, καθώς στην εργασιακή ζούγκλα του σχολικού Σεπτέμβρη, όπου η αποθήκη στον Κολωνό δουλεύει για ένα σχεδόν μήνα σε 24ωρη βάση, κανείς δεν φεύγει πριν το δωδεκάωρο με τον μέσο όρο στις 14-15 ώρες και φυσικά όλα τα σαββατοκύριακα.
Οι υπερωρίες (πάντα μετά το «συμφωνημένο» εννιάωρο, και στους διανομείς μετά το δεκάωρο!!!) δίνονται ‘’μαύρες’’ με ένα συγκεκριμένο ποσό μεταξύ 3-4 € την ώρα, ανάλογα την ειδικότητα και το αν είσαι μόνιμος ή εποχιακός, ανεξάρτητα αν τις κάνεις μέρα ή νύχτα, καθημερινές ή Κυριακές. Κι αν νομίζει κανείς ότι όλα τα παραπάνω ισχύουν μόνο για έναν μήνα, και τον υπόλοιπο χρόνο τα πράγματα κυλούν ομαλά, είναι γελασμένος. Οι πιέσεις για υπερωρίες, στους μόνιμους πια, υπάρχουν όλο τον χρόνο, καθώς τα άτομα δεν είναι ποτέ αρκετά για τον όγκο δουλειάς που υπάρχει. Όσο για την πληρωμή των υπερωριών εκτός της σχολικής περιόδου του Σεπτέμβρη, η οικογένεια Τσιγαρίδα κάνει όπως λέει και η λαϊκή ρήση τον «κινέζο».
Όπως είναι αναμενόμενο, αυτή η εντατικοποιημένη εργασιακή συνθήκη δημιουργεί εργατικά ατυχήματα, κυρίως στους διανομείς, σπασμένα νεύρα και σώματα που δεν ξεκουράζονται ουσιαστικά ποτέ, ενώ πολλοί εποχιακοί και μη συνάδερφοι που δεν αντέχουν αυτή την ‘’ειδυλλιακή ατμόσφαιρα’’ παραιτούνται. Τέλος, ελάχιστες συμβάσεις μονίμων είναι αορίστου χρόνου, ώστε όλοι να βρίσκονται σε μια εργασιακή ομηρεία χωρίς τα στοιχειώδη δικαιώματα.
Το θέμα μας δεν είναι όμως μόνο η καταγραφή αυτών που μας κάνουν οι εργοδότες. Σε κάθε περίπτωση θα μπορούσαν -αν ήθελαν- οι περισσότεροι εργαζόμενοι, να δημιουργηθούν μοριακές –στην αρχή – αρνήσεις, αντιστάσεις και αργότερα συλλογικές απαντήσεις και από τους άνεργους υποψήφιους και από τους ήδη εργαζόμενους (…). Αλλιώς δεν θα υπάρξει στο «ιστορικό μας μέλλον» εργασία που να μην έχει γίνει κόλαση…
-Εργαζόμενοι/ες υπό πίεση-
pressurized@espiv.net
Υποβολή απάντησης