Και τώρα; Τι; ― Πρώτες σκέψεις για μια ανταγωνιστική κινηματική προοπτική σε καιρούς επιδημίας

Και τώρα; Τι;

Πρώτες σκέψεις για μια ανταγωνιστική κινηματική προοπτική σε καιρούς επιδημίας

“Ο δρόμος τώρα ήταν ένα μονοπάτι στενό και απεριποίητο. Όχι έτσι όπως τον ξέραμε παλιά. Ένα είναι το σίγουρο. Δεν μπορούμε να ξαναγυρίσουμε πίσω. Το παρελθόν είναι ακόμα πολύ κοντά.”

– Πρωινή Περίπολος (Νίκος Νικολαΐδης, 1987)

H ραγδαία εξάπλωση μιας καινούργιας μορφής κοροναϊού παγκοσμίως σήμανε για τα κράτη του αναπτυγμένου καπιταλισμού μια νέα κλιμακούμενη επίθεση στους από τα κάτω, με την μορφή μέτρων έκτακτης ανάγκης. Με αυτή την πρώτη διαπίστωση, δεν σημαίνει προφανώς ότι παραβλέπουμε ότι βρισκόμαστε εντός μιας πρωτόγνωρης συνθήκης λόγω της επιδημίας, με έναν αυξανόμενο αριθμό νοσούντων και νεκρών. Κάνουμε ωστόσο μια διάκριση ανάμεσα στην πραγματική επικινδυνότητα μιας επιδημίας (η οποία προϋποθέτει ένα γενικότερο αυτοπεριορισμό των συναναστροφών και των κοινωνικών επαφών) και τη στρατιωτικοαστυνομική  διαχείρισή της ως κεντρική στρατηγική του ελληνικού κράτους, το οποίο φαίνεται να ρίχνει πολύ περισσότερο βάρος στον αναμενόμενο αντίκτυπο της πανδημίας στην παγκόσμια οικονομία και τις αντίστοιχες συνέπειες μιας επερχόμενης οικονομικής κρίσης, παρά στην αποτροπή της μαζικής διασποράς του ιού και της περίθαλψης των ευπαθών ομάδων και των ευρύτερα νοσούντων.

Η νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική αναδιάρθρωση που συντελείται τις τελευταίες δεκαετίες, με τη σταδιακή διάλυση του κράτους πρόνοιας, του δημόσιου συστήματος υγείας και την είσοδο του ιδιωτικού τομέα στην κάλυψη των κρατικών δομών πρόνοιας, αφήνει ένα σύστημα υγείας εντελώς εκτεθειμένο και ανίκανο να καλύψει, ακόμα και εκτός επιδημίας, τις κοινωνικές ανάγκες. Η μεγάλη μεταδοτικότητα του ιού, χωρίς την ύπαρξη εμβολίου και κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής, σε αυτή την συνθήκη νεοφιλελεύθερης απαξίωσης, φέρνει τα συστήματα δημόσιας υγείας στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Πιο ειδικά, στην περίπτωση του ελληνικού κράτους, η επιβολή των μνημονιακών μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής, των προηγούμενων 10 χρόνων, και η συνεχιζόμενη κρίση χρέους επέτειναν σημαντικά τη ζημιά στις δημόσιες (δηλαδή κρατικές) δομές περίθαλψης.

Η διαχείριση της παρούσας κρίσης από το ελληνικό κράτος και το κεφάλαιο αναδεικνύει τις προτεραιότητές τους. Η ενίσχυση του συστήματος υγείας γίνεται με τη λογική του συμπλέγματος των φαρμακοβιομηχανιών και των μεγάλων παρόχων υγείας, με λεφτά σε ιδιωτικές εταιρείες και επισφαλείς ή ακόμα και εθελοντικούς όρους για τα δημόσια ιατρεία. Σε αυτή την κατεύθυνση κινείται και η τελευταία απόφαση της κυβέρνησης με την ενίσχυση των ιδιωτικών κλινικών, με τη μορφή οικονομικής αποζημίωσης του ύψους των 30 εκατομμυρίων. Σε πολλά δημόσια νοσοκομεία δεν υπάρχουν μέτρα προστασίας, με αποτέλεσμα οι ίδιοι οι εργαζόμενοι στο χώρο της υγείας, ενώ όντως δίνουν μια πραγματική μάχη, να εκτίθενται ή και να διασπείρουν τον ιό. Δίνεται, λοιπόν, μια διαρκώς αυξανόμενη έμφαση στην καταστολή, με το διαρκή τονισμό της ατομικής ευθύνης και την πρόσφατη απαγόρευση της κυκλοφορίας να έχουν ως ξεκάθαρο στόχο να μετακυλήσουν την ευθύνη από το κράτος και τα αφεντικά στην κοινωνική βάση, μέσω της κατασκευής του εσωτερικού εχθρού.

Από την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, στη συνθήκη της μόνιμης εκμετάλλευσης

Στο δημόσιο λόγο δίνεται μια ιδεολογική μάχη, με σκοπό να μας πείσουν πως την κατάσταση αυτή έκτακτης ανάγκης την βιώνουμε όλοι με τον ίδιο τρόπο, ανεξάρτητα από την ταξική και κοινωνική μας θέση. Ταυτόχρονα, στους χώρους εργασίας, η μάχη γίνεται πραγματική και μετατρέπεται σε κατάσταση εξαίρεσης και αποκλεισμού. Βλέπουμε εκεί ότι το πεδίο της εργασίας αλλάζει τρομακτικά: οι μορφές που παίρνει το δόγμα των αφεντικών “κάνε την κρίση ευκαιρία” είναι, μεταξύ άλλων, η υπερεργασία και η τηλε-εργασία. Υπάλληλοι σε σούπερ μάρκετ, τηλεφωνικά κέντρα και χώρους που είναι στην πρώτη γραμμή υπερφορτώνονται με εξαντλητικά ωράρια, υπό αμφίβολης υγιεινής και προστασίας συνθήκες, και εξαναγκάζονται να βρουν μεθόδους αυτοπροστασίας.

Εταιρείες που αρνούνται να κλείσουν, μεταφέρουν τις υπηρεσίες τους και την παραγωγή έργου ψηφιακά, με το κόστος των μέσων παραγωγής να πέφτει, μέσω της τηλεργασίας, συχνά σε εμάς, τις εργαζόμενες (υλικοτεχνικές υποδομές, περιβάλλον εργασίας κ.λπ.), με τα αφεντικά να καλύπτονται ακόμα με τη μείωση του ενοικίου. Και όλα αυτά εάν δεν απολυθείς: ενδεικτικά, είχαμε 40.000 απολύσεις τις πρώτες δυο εβδομάδες του Μαρτίου, σύμφωνα με το πληροφοριακό σύστημα ergani. Αφεντικά προχωρούν σε μονομερείς τροποποιήσεις ή μερικές διακοπές των συμβάσεων εργασίας, καλυπτόμενοι πάντα από το κράτος. Εργαζόμενοι εξαναγκάζονται σε υποχρεωτικές άδειες ή απολύονται, με τη φροντίδα του κράτους πάντα στραμμένη στις επιχειρήσεις.

Οι σημαντικές ταξικές διαφορές στον τρόπο διαχείρισης δεν σταματούν όμως στις άμεσες τακτικές και ενέργειες προς τους εργαζομένους και στον αποκλεισμό μεγάλου μέρους του κόσμου από την προστασία και την περίθαλψη, αλλά επεκτείνονται και στις έμμεσες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η αραίωση των δρομολογίων στα ΜΜΜ, με την ταυτόχρονη ισχύ του μέτρου της καραντίνας. Ο κόσμος που κυκλοφορεί αυτή τη στιγμή με τα μέσα είναι, κατά συντριπτική πλειονότητα, εργαζόμενες από και προς τους χώρους εργασίας τους, οι οποίες κυκλοφορούν με μέσα γεμάτα, αδυνατώντας να κρατήσουν αποστάσεις.

Και ξανά κάποιες, κάποιοι περισσεύουν…

Για τους μετανάστες στα camps, τους φυλακισμένους, τους αστέγους, όλους εκείνους που περισσεύουν, όχι μόνο δεν λαμβάνεται κανένα μέτρο προστασίας και φροντίδας, αλλά οι συνθήκες γίνονται όλο και χειρότερες. Σύμφωνα με τελευταίες οδηγίες, τα κέντρα κράτησης των αιτούντων άσυλο μετατρέπονται σε κλειστές δομές-φυλακές, υποχρεώνοντας τους μετανάστες να συνωστίζονται σε επικίνδυνες συνθήκες. Οι παροχές στα camps είτε έχουν μειωθεί είτε έχουν σταματήσει τελείως, ενώ κόπηκε, μέχρι νεωτέρας, και η παροχή του πενιχρού επιδόματος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ. Ιατρικές προμήθειες δεν υπάρχουν πλέον, ενώ το προσωπικό που εργάζεται εκεί και παρείχε υπηρεσίες υπάγεται στο καθεστώς αραίωσης των εργαζομένων, με αποτέλεσμα να έχει μειωθεί δραματικά. Άτομα που είναι εξαρτημένα από δομές, οι κρατούμενοι/ες στις φυλακές, οι άστεγοι/ες δεν είναι σε καλύτερη μοίρα. Όλα τα παραπάνω αποκαλύπτουν τη θανατική μορφή των μέτρων προς τον πλεονάζοντα πληθυσμό, που αντιμετωπίζεται ως αναλώσιμος και, όταν δε μπορεί να χρησιμοποιηθεί άμεσα από το κεφάλαιο, καταδικάζεται σε φυσική και ψυχική εξόντωση.

Φθορά και φροντίδα, ή πώς θα συναντηθούμε ξανά

Σε αυτήν την συνθήκη, περισσότερο από ποτέ, θα πρέπει να επανεφεύρουμε τους όρους της ενίσχυσης των κοινοτήτων αγώνα, ως δικτύων ταξικής αλληλοβοήθειας, κοινωνικής αυτοοργάνωσης, άμεσης και οριζόντιας επικοινωνίας των εκμεταλλευόμενων. Αλλά και να κυκλοφορήσουμε τις έμπρακτες αντιστάσεις απέναντι στην κατασταλτική συνθήκη της καραντίνας, όπως ο αγώνας των φοιτητών ενάντια στις εκκενώσεις των εστιών, οι προσπάθειες αυτοοργάνωσης των μεταναστ(ρι)ών ενάντια στην πανδημία και την κρατική διαχείριση αποκλεισμού/περίφραξης σε διάφορα camps ανά την Ελλάδα, οι διάχυτες αρνήσεις των εργαζομένων στην υγεία που ξεσπούν ανά τόπους, η συγκέντρωση που πραγματοποίησαν οι εκατοντάδες απολυμένοι μέσω sms (!) στο αεροδρόμιο, σπάζοντας στην πράξη την πειθάρχηση της απαγόρευσης. Οι κινήσεις αυτές αναδεικνύουν πώς αυτές οι επιβολές και οι απαγορεύσεις ενισχύουν τη γενικότερη αναδιάρθρωση και πώς η αμφισβήτηση και η πολιτική κόντρα από μεριάς μας μπορεί να κινείται παράλληλα με τη στήριξη, τη φροντίδα και την προσοχή για τους ανθρώπους μας.

Η διασπορά του φόβου και ο εγκλεισμός ως συνέπεια της καραντίνας, εκτός από υλικές, έχουν και σοβαρές ψυχικές συνέπειες, από κοινού με την όξυνση της ενδοοικογενειακής ψυχικής και σωματικής βίας, του σεξισμού και της εξαναγκασμένης απομόνωσης εντός του οικιακού χώρου. Το κλείσιμο στο σπίτι δεν είναι ίδιο για όλα τα άτομα, ούτε από έμφυλη (με  τα καταγγελθέντα κρούσματα βίας να έχουν αυξηθεί κατακόρυφα και άλλα τόσα να μένουν στην αφάνεια) ούτε από ταξική σκοπιά (δεν είναι ίδιος ο εγκλεισμός σε ένα υπόγειο στην Κυψέλη, με εκείνον σε μια μονοκατοικία στη Γλυφάδα). Πάνω σε αυτά τα ζητήματα, θα πρέπει να ορίσουμε εκ νέου τη σημασία της κοινότητας, να ενεργοποιήσουμε και να κινητοποιήσουμε τα ανταγωνιστικά δίκτυα, να φτιάξουμε νέα, αλλά και να σταθούμε μαζί απέναντι στην επίθεση που δεχόμαστε. Αυτό εννοούμε όταν λέμε κοινότητες αγώνα, από εκεί ξεκινάμε. Κοινότητα απέναντι στο κράτος, συλλογικό καλό πάνω απ’ το ατομικό.

Στη δεδομένη συγκυρία της πανδημίας, αναγνωρίζουμε την ανάγκη αναπροσαρμογής των τρόπων και των μέσων μας. Φωτίζουμε τη σημασία που διατηρεί η συνέχιση των τρόπων παρέμβασης όπου κρίνουμε αναγκαίο, τη φυσική και πολιτική ενίσχυση των αγώνων που ξεσπούν αυτή την περίοδο, την κυκλοφορία τους και τον εμπλουτισμό τους με ακόμα εντονότερες διεκδικήσεις. Για να λέμε το “μαζί” και να το εννοούμε.

– Ενίσχυση της δημόσιας υγείας και ελεύθερη πρόσβαση στην περίθαλψη για όλους και όλες. Να σταματήσουν οι εγκληματικές ελλείψεις στα νοσοκομεία. Να επιταχθούν άμεσα οι ιδιωτικές κλινικές. Αλληλεγγύη και στήριξη των εργαζομένων στο χώρο της υγείας και της πρόνοιας.

– Πλήρης διακοπή της εργασίας που δεν είναι απαραίτητη αυτή τη στιγμή, κανένας εξαναγκασμός σε δουλειά που συνεπάγεται έκθεση σε κίνδυνο. Καμιά απόλυση λόγω της κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Καμιά μείωση του μισθού. Δεν μοιραζόμαστε τα κέρδη, δεν πρόκειται να μοιραστούμε τη χασούρα. Προλεταριακή άρνηση πληρωμών σε ενοίκιο, ρεύμα, νερό, ίντερνετ και όλα τα είδη πρώτης ανάγκης.

– Άμεση εκκένωση των κέντρων κράτησης μεταναστών/προσφύγων και μεταφορά τους σε ασφαλείς ανοιχτές δομές φιλοξενίας, μέσα στον ιστό της πόλης. Πλήρης ιατροφαρμακευτική περίθαλψη χωρίς προϋποθέσεις.

Να αγγιχτούμε ξανά

[Το κείμενο σε μορφή pdf]

Συνέλευση για την Κυκλοφορία των Αγώνων

skya.espiv.net | απρίλιος’20

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*